Τα άτομα που πάσχουν από βαρηκοΐα προσπαθούν να μας καταλάβουν και να επικοινωνήσουν μαζί μας, όχι μόνο με την περιορισμένη ακοή τους, αλλά παρακολουθώντας τα χείλη, τις εκφράσεις του προσώπου και τις χειρονομίες μας.
Είναι, λοιπόν, σημαντικό να τους μιλάμε καθαρά και ήρεμα χωρίς να κάνουμε υπερβολικές κινήσεις με το στόμα και τα χείλη μας.
Ας βεβαιωθούμε ότι το δωμάτιο που βρισκόμαστε και συζητάμε έχει άφθονο φως, καθώς αυτό διευκολύνει τη χειλική ανάγνωση.
Όταν μιλάμε σε άτομο με βαρηκοΐα, το χέρι μας δεν πρέπει να βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπο και δεν πρέπει να έχουμε στο στόμα κάποιο τσιγάρο ή φαγητό, καθώς αλλοιώνονται κατά αυτό τον τρόπο οι εκφράσεις του προσώπου μας.
Πρέπει πάντα να διατηρούμε οπτική επαφή μαζί τους, καθώς αυτό εξυπηρετεί την ανάγνωση των χειλιών και να μην νιώθουμε άβολα ή αμήχανα αν κάποιο βαρήκοο άτομο μας παρακολουθεί επίμονα στη διάρκεια της συνομιλίας.
Δεν πρέπει να φωνάζουμε σε άτομα που φοράνε ήδη ακουστικό βαρηκοΐας, καθώς ο ήχος ενισχύεται από το ακουστικό.
Πρέπει να προσπαθούμε να τους μιλάμε από κοντινή απόσταση. Η ομιλία είναι λιγότερο κατανοητή σε μεγαλύτερες αποστάσεις λόγω των ήχων που παρεμβάλλονται.
Δεν πρέπει να αλλάζουμε γρήγορα τα θέματα της συζήτησης, καθώς αυτό δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την παρακολούθηση της συζήτησης στα άτομα με πρόβλημα της ακοής.
Όταν αυτό είναι εφικτό, πρέπει να ανακοινώνουμε προκαταβολικά το θέμα της συζήτησης.
Πρέπει να είμαστε υπομονετικοί και αν χρειάζεται να επαναλάβουμε μια λέξη ή μια πρόταση.
Δεν πρέπει να επαναλαμβάνουμε όμως την ίδια λέξη περισσότερο από 2 φορές αν δεν μας καταλαβαίνουν. Είναι προτιμότερο να χρησιμοποιήσουμε κάποια άλλη λέξη ή μια περιγραφή αυτού που συζητάμε.
Ένα άτομο με βαρηκοΐα μερικές φορές αντιδρά πιο αργά επειδή πρώτα ακούει για να κατανοήσει αυτό που του λέμε και ύστερα αναλύει το ακριβές περιεχόμενο της συζήτησης.
Ας γράψουμε σε ένα χαρτί διάφορες λέξεις όπως τα ονόματα και τις διευθύνσεις ή τους αριθμούς που χρησιμοποιούμε αρκετά συχνά, γιατί είναι δύσκολο να αναγνωριστούν με την χειλική ανάγνωση και συχνά παρερμηνεύονται.
Ένα άτομο με βαρηκοΐα είτε δυσκολεύεται πολύ είτε είναι ανήμπορο να προσαρμόσει την φωνή του στις ανάγκες του περιβάλλοντός του. Όταν χρειάζεται, δεν είναι κακό να του ζητάμε να μας μιλά είτε πιο δυνατά είτε πιο χαμηλόφωνα.
Αποφεύγουμε προτάσεις όπως: «Ε, δεν πειράζει, δεν είναι κάτι σημαντικό» ή «θα σου πω αργότερα». Με αυτό τον τρόπο αποφασίζουμε εμείς για το τι είναι σημαντικό ή όχι, ενώ αυτό λογικά είναι δικαίωμα του ατόμου με την βαρηκοΐα.
Αποφεύγουμε να μιλάμε όλοι μαζί. Κάποιος/α που πάσχει από βαρηκοΐα μπορεί να παρακολουθήσει τα λεγόμενα ενός ατόμου τη φορά.
Στην παρέα, για να απευθυνθούμε σε κάποιον με πρόβλημα στην ακοή, αναφέρουμε πρώτα το όνομά του ή αποκτούμε σωματική επαφή (ακουμπώντας τον για παράδειγμα στην πλάτη) για να μας προσέξει. Με αυτόν τον τρόπο ξέρει πως χρειάζεται να μας κοιτάξει και να ακούσει.
Σεβόμαστε την κούραση που εμφανίζουν τα άτομα με μειωμένη ακοή και την ανάγκη να ξεκουραστούν, καθώς η βαρηκοΐα είναι πολλές φορές εξαντλητική.
Δρ. Αλέξιος Βαρδουνιώτης
Ιατρός Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος
vardouniotis.gr