επιμέλεια Βικτωρία Πολύζου, συμβουλευτική ψυχοθεραπεύτρια, medlabnews.gr
Η Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 10 Οκτωβρίου, προκειμένου να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη για τα ψυχικά νοσήματα και ασθένειες.. Το 1994 η Παγκόσμια Ομοσπονδία Ψυχικής Υγείας και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) θεσμοθέτησαν την 10 Οκτωβρίου ως ημέρα της Ψυχικής Υγείας.
Η ψυχική υγεία δεν είναι μόνο η απουσία της ψυχικής διαταραχής. Ορίζεται ως η κατάσταση της υγείας κατά την οποία ένα άτομο συνειδητοποιεί τις δυνατότητές του, δύναται να αντεπεξέρχεται στις δυσκολίες που προκύπτουν από την καθημερινότητα, είναι παραγωγικό και μπορεί να συνεισφέρει στο κοινωνικό σύνολο.
Η προστασία και προαγωγή της καλής ψυχικής υγείας αποτελούν σημαντικές προτεραιότητες της παγκόσμιας κοινότητας, η οποία μελετά στρατηγικές για την ψυχική υγεία. Φέτος, η Παγκόσμια Ομοσπονδία για την Ψυχική Υγεία (WFMH) γιορτάζει τη Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας με τον επιμέρους τίτλο: «Καθιστώντας την Ψυχική Υγεία Παγκόσμια Προτεραιότητα. Αναβαθμίζοντας τις Υπηρεσίες Υγείας μέσω της Υπεράσπισης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της Δράσης», έχοντας σαν στόχο την ευαισθητοποίηση του κοινού αλλά και των δημόσιων φορέων απέναντι στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ψυχικά ασθενείς.
Τα τελευταία στοιχεία για την ψυχική υγεία προκαλούν ανησυχία καθώς παρατηρείται αύξηση των αυτοκτονιών, αύξηση των νοσηλειών για ψυχοπαθολογικές νόσους, αλλά και πολλαπλασιασμός των ανασφάλιστων και αστέγων.
Παράλληλα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποιεί ότι η απώλεια εργασίας, η οικονομική καταστροφή και η προσφυγιά είναι μεταξύ των ψυχοπιεστικών γεγονότων που οδηγούν στην αύξηση των εισαγωγών στα ψυχιατρεία σε περιόδους οικονομικής ύφεσης.
Τα συμπτώματα της παρατεταμένης ανεργίας είναι το άγχος, η κατάθλιψη, η απάθεια, η ευερεθιστότητα, η αρνητικότητα, η συναισθηματική υπερεξάρτηση, η κοινωνική απόσυρση, η απομόνωση, η μοναξιά, η απώλεια αυτοσεβασμού, ταυτότητας και αίσθησης του χρόνου – όπως στον χρόνιο σχιζοφρενή.
Προβληματικές για την ψυχική υγεία, τονίζει ο ΠΟΥ, είναι και οι συνθήκες εργασιακής ανασφάλειας, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, η εργασιακή επισφάλεια, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και η εφαρμογή ευέλικτων μορφών εργασίας.
Το θέμα του φετινού εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Ψυχικής Υγείας – 10 Οκτωβρίου είναι «Ζώντας με την Σχιζοφρένεια».
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας την κατατάσσει μέσα στις 10 νόσους με τη σοβαρότερη επιβάρυνση σε δείκτες καθημερινής, κοινωνικής και επαγγελματικής λειτουργικότητας. Η σχιζοφρένεια είναι μία χρόνια, σοβαρή ψυχική νόσος, η οποία εμφανίζεται συνήθως στην πρώιμη ενήλικη ζωή και προσβάλλει 26.000.000 ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
Είναι σημαντικό εξ’ αιτίας των σοβαρών και οδυνηρών επιπτώσεων που συνεπάγεται αυτή η διαταραχή για την οικογένεια, τους φροντιστές, την κοινωνία αλλά κυρίως για τον ίδιο τον ασθενή. Μέτρο της οδύνης του ασθενούς είναι η αυτοκτονικότητα, μια πραγματικότητα που πολλοί θέλουν να αγνοούν.
Είναι επίσης επίκαιρο επειδή αυτή τη χρονική περίοδο διεθνώς αλλά και στη χώρα μας βρισκόμα στε σε μια φάση μετάβασης από την ασυλιακή στην κοινοτική φροντίδα. Η μετάβαση αυτή σε πολλές χώρες ακυρώθηκε ή επιβραδύνθηκε εξ’ αιτίας της οικονομικής κρίσης. Πρέπει λοιπόν να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις της κρίσης στους ασθενείς με σχιζοφρένεια και τους συγγενείς τους και να κοινοποιηθούν τα αποτελέσματα στους αρμόδιους για τη λήψη αποφάσεων. Θα ήταν καταστροφικό αν αυτοί που «ζουν με τη Σχιζοφρένεια» εξακολουθήσουν να ζουν πίσω από τις βαρειές πόρτες του ασύλου ή (ακόμη χειρότερα) αν ξαναγυρίσουν σε αυτό.
Οι περισσότεροι από τους μισούς που την αντιμετωπίζουν δε λαμβάνουν κατάλληλη θεραπεία, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η ικανότητα του ατόμου να είναι λειτουργικό. Επιπλέον οι πάσχοντες έχουν μία αίσθηση κοινωνικής απομόνωσης εξαιτίας των προκαταλήψεων και των διακρίσεων που βιώνουν.
Σε περίπτωση μιας τέτοιας παραμέλησης, μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις για το άτομο που υποφέρει, για τους ανθρώπους που το φροντίζουν και για την κοινωνία εν γένει. Οι περισσότεροι άνθρωποι όμως που πάσχουν από σχιζοφρένεια ανταποκρίνονται καλά στη θεραπεία τους και η πρόληψη μελλοντικών υποτροπών αποτελεί έναν κρίσιμο στόχο της θεραπείας.
Στα πλαίσια αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη πρώτον ότι η πρόληψη (πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια) της σχιζοφρένειας, η θεραπεία (με βιολογικές, ψυχοκοινωνικές και άλλες μεθόδους) και η προώθηση της υγείας είναι όχι μόνο αναγκαίες αλλά και ότι η ανάρρωση από τη σχιζοφρένεια είναι εφικτή και η ψυχοκοινωνική αποκατάσταση των ιδρυματοποιημένων ασθενών εντός της κοινότητας μπορεί να επιτευχθεί από τους περισσότερους ανθρώπους.
Σύμφωνα με στατιστικές εκτιμήσεις περίπου το 1% του Παγκόσμιου πληθυσμού πάσχει από σχιζοφρένεια, ανεξαρτήτως κοινωνικού, μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου των πασχόντων. Με τα παραπάνω θέλουμε να ευαισθητοποιήσουμε τους συμπολίτες μας και επισημαίνουμε στους πολιτικούς άρχοντες πλευρές που πρέπει να λάβουν υπόψη τους και συμπληρώνουν την υπαρκτή απόδειξη ότι οι περικοπές στις δαπάνες για τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας μπορεί να αποβούν ιδιαιτέρως επιζήμιες για τα άτομα που έχουν την προδιάθεση να εκδηλώσουν σχιζοφρένεια ή σε αυτά που ήδη την αντιμετωπίζουν. Να αναζητήσουν υποστήριξη και συνηγορία για τα άτομα που υποφέρουν από αυτή την επώδυνη και δυνητικά αυτο-καταστροφική κατάσταση.
Οι άνθρωποι με σχιζοφρένεια λαμβάνουν πολύ λιγότερη προσοχή σε σχέση με την υγεία τους, σαν να είναι «παιδιά ενός κατώτερου Θεού». Βρισκόμαστε θα λέγαμε αρκετά μακριά από τον κύριο θεραπευτικό στόχο που θα έπρεπε ανεξαρτήτως να επιδιώκεται, εκείνον της αποδοχής ότι μπορεί η σχιζοφρένεια να είναι μια από τις πιο σοβαρές ψυχιατρικές ασθένειες αλλά μέσα από την ανθρωποκεντρική φροντίδα η ανάρρωση είναι απολύτως εφικτή και οι άνθρωποι που υποφέρουν από αυτή μπορούν να οδηγηθούν σε μια φυσιολογική, παραγωγική και ευχάριστη ζωή.
Πέρα όμως από τους ασθενείς, και οι οικογένειές τους ζουν και αυτές με τη σχιζοφρένεια. Το ίδιο ισχύει και για τους ψυχιάτρους και τους άλλους επαγγελματίες ψυχικής υγείας, τους υποστηρικτές, τους συνηγόρους και την κοινωνία στο σύνολό της.
Οι κοινωνικές επιπτώσεις της Σχιζοφρένειας είναι σοβαρές και εκπτύσσονται σε μεγάλο βάθος χρόνου. Η οικονομική παράμετρος των επιπτώσεων αυτών ενδιαφέρει ιδιαίτερα τις κυβερνήσεις. Πράγματι, η αντιμετώπιση της Σχιζοφρένειας έχει κόστος, όμως ακόμη μεγαλύτερο κόστος έχει η μη αντιμετώπισή της και αυτό έχει καταδειχθεί από πολλές και αξιόπιστες μελέτες. Το ίδιο ισχύει και για τις προληπτικές παρεμβάσεις που ασφαλώς στοιχίζουν λιγότερο από τη θεραπεία και την αποκατάσταση.
Πηγή: medlabgr.blogspot.com