Ιδιαίτερα μεταξύ ατόμων που έχουν φυσιολογικό σωματικό βάρος η πρακτική της “υπομονής” στην κατανάλωση του γεύματος μπορεί να μειώσει ακόμα περισσότερο την συνολική ποσότητα θερμίδων που καταναλώνουν.
Για τις ανάγκες της έρευνας, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of the Academy of Nutrition and Dietetics, οι επιστήμονες εξέτασαν τις περιπτώσεις 35 ατόμων με φυσιολογικό σωματικό βάρος και 35 ατόμων που ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.
Στις δύο ημέρες που διήρκεσε η έρευνα, οι ερευνητές κατέγραφαν σε κάθε μεσημεριανό γεύμα των συμμετεχόντων, τον ρυθμό που εκείνοι το κατανάλωναν, την ποσότητα της τροφής που έτρωγαν σε κάθε “μπουκιά” και το επίπεδο “πληρότητας” (δηλαδή το κατά πόσον αισθάνονταν ακόμα πεινασμένοι) το οποίο ένιωθαν μετά την ολοκλήρωση του γεύματος.
Στο ένα γεύμα, οι επιστήμονες έδωσαν οδηγίες στους συμμετέχοντες να απολαύσουν το γεύμα τους “σαν να είχαν όλο τον χρόνο μπροστά τους”. Τους είπαν να μασούν καλά την τροφή τους και να παίρνουν μικρές μπουκιές τις οποίες να αλέθουν καλά στο στόμα τους. Στο άλλο γεύμα τους έδωσαν αντίθετες οδηγίες. Οι συμμετέχοντες έπρεπε να τελειώσουν το γεύμα σε λίγη ώρα, να μασούν την τροφή τους γρήγορα και να παίρνουν μεγάλες μπουκιές.
Αφότου ανέλυσαν τα στοιχεία που συγκέντρωσαν, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες που είχαν φυσιολογικό σωματικό βάρος κατανάλωσαν 88 θερμίδες λιγότερες όταν μείωσαν τον ρυθμό που έτρωγαν την τροφή τους. Οι συμμετέχοντες που ήταν υπέρβαροι/παχύσαρκοι κατανάλωσαν 55 θερμίδες λιγότερες.
Και οι δύο ομάδες συμμετεχόντων είπαν ότι ένιωθαν λιγότερο πεινασμένοι 60 λεπτά μετά το γεύμα τους, όταν το είχαν καταναλώσει με αργό ρυθμό από ό,τι όταν το είχαν κάνει βιαστικά.
Επίσης και οι δύο ομάδες ήπιαν περισσότερο νερό μαζί με το γεύμα τους, όταν δεν βιάζονταν να το ολοκληρώσουν. Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι αυτό μπορεί να έπαιξε τον πιο καθοριστικό ρόλο στην μείωση των συνολικών θερμίδων που κατανάλωσαν οι συμμετέχοντες σε αυτή την περίπτωση.
Leave a Comment