Η χρήση κάνναβης μπορεί να προκαλέσει οξέα, αρνητικά, ψυχολογικά φαινόμενα που μιμούνται ψυχιατρικές διαταραχές, πχ. τη σχιζοφρένεια και τη διπολική διαταραχή (μανιοκατάθλιψη). Αν και υπάρχουν επαρκή στοιχεία από πολυάριθμες, έγκριτες, κλινικές μελέτες που υποστηρίζουν αυτό το δεδομένο, ο μηχανισμός με τον οποίο συμβαίνουν είναι αρκετά πολύπλοκος και όχι πολύ κατανοητός. Φαίνεται, όμως, ότι ορισμένοι άνθρωποι εκδηλώνουν μεγαλύτερη ευαισθησία από άλλους.
Οι επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν, πάντως, ότι όσο αυξάνεται η συχνότητα της κατάχρησης τόσο αυξάνει ο κίνδυνος για την εκδήλωση ψυχωσικών διαταραχών, όπως η σχιζοφρένεια. Επιπλέον, από τις μελέτες προκύπτει ότι η κάνναβη είναι η ναρκωτική ουσία με τη μεγαλύτερη κατάχρηση μεταξύ των ανθρώπων που υποφέρουν με διπολική διαταραχή του συναισθήματος.
Η κάνναβη προκαλεί ευφορία και χαλάρωση, μεταβολές στην αντίληψη, στρέβλωση στην αίσθηση του χρόνου και εντατικοποίηση των απλών αισθητηριακών εμπειριών, όπως η γεύση του φαγητού και η συναισθηματική απάντηση σε άλλα εξωτερικά ερεθίσματα πχ. σε ένα φίλμ, ή στη μουσική. Όταν χρησιμοποιείται σε ένα κοινωνικό περιβάλλον είναι δυνατόν να προκαλέσει “μολυσματικό γέλιο” και πολυλογία (κανένα …ιδιαίτερο πρόβλημα με αυτά, αν σας αρέσει η τεχνητή πραγματικότητα). Ακόμη, διαταράσσεται η βραχυπρόθεσμη μνήμη και διασπάται η προσοχή, ενώ μειώνονται χαρακτηριστικά τα αντανακλαστικά, οι κινητικές δεξιότητες και η ικανότητα επιτέλεσης μιας εξειδικευμένης εργασίας.
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες από την περιστασιακή χρήση της είναι το άγχος και οι αντιδράσεις πανικού. Οι έμπειροι χρήστες αναπτύσσουν ανοχή και εμφανίζουν τις παρενέργειες και τις προσδοκούμενες επιδράσεις σε μεγαλύτερες δόσεις από τον αρχάριο. Παρόλα αυτά, η τοξίκωση με κάνναβη μπορεί να οδηγήσει αρκετούς, κατά τα άλλα υγιείς, χρήστες σε οξεία ψύχωση, ή να επιφέρει βραχυπρόθεσμη έξαρση προϋπάρχουσας ψυχωσικής διαταραχής, με πιο σύνηθες σύμπτωμα και στις δύο περιπτώσεις τις ακουστικές ψευδαισθήσεις (ο πάσχων ακούει φωνές). Η χρήση κάνναβης προκαλεί επίσης συμπτώματα όπως η αποπροσωποποίηση (η αίσθηση ότι κάποιος παρατηρεί τον εαυτό του «απ΄ έξω» αισθανόμενος το σώμα ή τις σκέψεις του σαν κάτι ξένο και η αίσθηση ότι η πραγματικότητα είναι «σαν όνειρο» ή «σαν ταινία», ή ότι το σώμα του λειτουργεί και κινείται μηχανικά), η διάχυτη ανησυχία θανάτου, η κρίση πανικού και ο παρανοϊκός ιδεασμός με ιδέες καταδίωξης, οι αναδρομές στο παρελθόν (flashbacks) που συνοδεύουν τις διαταραχές της αντίληψης, κ.α. Η δε μακροχρόνια χρήση κάνναβης συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο σχιζοφρένειας, δηλαδή χρόνιας ψυχωσικής διαταραχής (εδώ απειλείται η σύνδεση με την ίδια την πραγματικότητα και διαπαντός).
Σε ό,τι αφορά στις διαταραχές του συναισθήματος, οι χρήστες της κάνναβης διαγιγνώσκονται με κατάθλιψη πιο συχνά από ό,τι οι μη χρήστες. Ωστόσο, δεν φαίνεται ότι η κάνναβη προκαλεί άμεσα κατάθλιψη, με εξαίρεση την καταθλιπτική αντίδραση, οξέως κατά την τοξίκωση. Όταν η κατάχρηση κάνναβης προηγείται της εκδήλωσης μιας διπολικής διαταραχής τότε φαίνεται ότι έχει σημαντική επίδραση στην επίπτωση του πρώτου επεισοσδίου, αλλά και στην πορεία της διαταραχής, καθώς δύναται να αυξήσει πολύ τον κίνδυνο για τα επόμενα μανιακά επεισόδια.
Μολονότι το κύριο ψυχότροπο συστατικό της κάνναβης Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη, ή Δ9-THC, επιφέρει ψυχικά αποτελέσματα μέσα σε λίγα λεπτά, η Δ9-THC είναι λιποδιαλυτή και αυτό της επιτρέπει να συσσωρεύεται στους λιπώδεις ιστούς φθάνοντας μέγιστες συγκεντρώσεις σε 4 έως 5 ημέρες. Στη συνέχεια απελευθερώνεται βραδέως στη συστηματική κυκλοφορία, μέσω της οποίας συνεχίζει την επίδρασή της στον εγκεφάλο και σε ακόμη πιο υψηλές συγκεντρώσεις. Εκεί επηρεάζει τη σηματοδότηση στα κυκλώματα “ευχαρίστησης” και “κίνησης” του προμετωπιαίου φλοιού και του ραβδωτού σώματος στα βασικά γάγγλια, με μάλλον περίπλοκες αλληλεπιδράσεις με νευροδιαβιβαστές όπως η ντοπαμίνη, το γ-αμινοβουτυρικό οξύ (GABA) και το γλουταμινό οξύ.
Τόσο το κάπνισμα όσο και η κατάποση του THC αυξάνουν την καρδιακή συχνότητα κατά 20-50% μέσα σε λίγα λεπτά, για διάστημα έως και 3 ωρών. Η πίεση του αίματος αυξάνεται ενώ ο χρήσης παραμένει καθισμένος και μειώνεται όταν στέκεται όρθιος.
Τα ψυχωσικά συμπτώματα από την κάνναβη έχουν πιθανότατα σχέση με τηνανώμαλη «περίοπτη απόδοση», ένα φαινόμενο που προκαλεί η THC, κατά το οποίο ο εγκέφαλος δυσκολεύεται να επεξεργαστεί και να ερμηνεύσει τη διαφορά μεταξύ των προσλαμβανόμενων ερεθισμάτων που είναι σημαντικά και εκείνων που δεν είναι.
Ένα άλλο, ενδιαφέρον, φαινομενολογικό χαρακτηριστικό από τη μακροχρόνια και συστηματική κατάχρηση κάνναβης είναι το σύνδρομο “έλλειψης κινήτρων”. Εδώ οι χρήστες χάνουν προοδευτικά την επιθυμία να εργάζονται, ή να ανταγωνίζονται. Σημειώνω, ωστόσο, ότι είναι αρκετά δυσδιάκριτο το όριο μεταξύ της προσωπικότητας που χαρακτηριολογικά επιλέγει έναν περισσότερο μποέμ τρόπο ζωής σε βάθος χρόνου και της επίδρασης του ναρκωτικού σε έναν άνθρωπο που κατά τα άλλα θα υιοθετούσε τα κίνητρα που προβάλλει η ίδια η κοινωνία.
Υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση σχετικά με τις πιθανές ιατρικές χρήσεις της κάνναβης. Οι επιστήμονες οφείλουμε να διευκρινίζουμε ότι εκεί ζυγίζεται το κόστος και το όφελος, όπως συμβαίνει κάθε φορά που αξιολογούμε ένα φάρμακο και πάντως η χορήγηση γίνεται ακόμη πειραματικά σε ορισμένες χώρες και υπό ελεγχόμενες συνθήκες.
Η άλλη παρεξήγηση για την κάνναβη αφορά, κατά τη γνώμη μου, στη σύγκρισή της με τη νικοτίνη. Δεν πρέπει να μας απασχολεί η σύγκριση των δύο. Και οι δύο ουσίες προκαλούν εξάρτηση και οι δύο είναι δηλητήρια και έχουν σημαντικές παρενέργειες – που απασχολούν πολλές ιατρικές ειδικότητες – και, δυνητικά, θανατηφόρο αποτέλεσμα. Ως προς το κοινωνικοπολιτικό ζητούμενο – που δεν πρέπει να συγχέεται με τη βιολογική διάσταση -, προσωπικά θα συνηγορούσα υπέρ της απαγόρευσης και των δύο και σε καμία περίπτωση υπέρ της νομιμοποίησης για όλους τους παραπάνω λόγους.
Πηγή: virus.com.gr