Τι όμως σημαίνει πραγματικά ένα προϊόν να είναι light και πως θα το ξεχωρίσουμε;
Η χρήση της φράσης “μειωμένης περιεκτικότητας” δηλώνει ότι το προϊόν (ανά μονάδα) περιέχει σχετικά λιγότερη ποσότητα από το εν λόγω θρεπτικό συστατικό σε σχέση με το συμβατικό προϊόν, η φράση “χαμηλό σε..” δηλώνει ότι το προϊόν έχει χαμηλή περιεκτικότητα στο εν λόγω θρεπτικό συστατικό (σε απόλυτη δηλαδή έννοια), και η φράση “χωρίς..” δηλώνει ότι το προϊόν περιέχει αμελητέες ποσότητες από το εν λόγω θρεπτικό συστατικό.
Πιο συγκεκριμένα, για να χαρακτηριστεί ένα προϊόν “μειωμένης περιεκτικότητας” ή light πρέπει η περιεκτικότητα ενός ή περισσότερων θρεπτικών συστατικών να έχει μειωθεί τουλάχιστον κατά 30% σε σχέση με ένα αντίστοιχο κανονικό τρόφιμο. Εξαίρεση στο ποσοστό αποτελεί η περίπτωση των ανόργανων στοιχείων και του νατρίου, όπου επιτρέπεται διαφορά της τάξης του 10% και του 25%, αντιστοίχως, ως προς τις τιμές αναφοράς.
Ο όρος light σημαίνει ακριβώς το ίδιο, αλλά χρειάζεται μια πρόσθετη προσοχή, διότι κάποιες φορές μπορεί καταχρηστικά να αναφέρεται στο χρώμα ή την υφή του τροφίμου και όχι στην περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά.
Για το χαρακτηρισμό των προϊόντων ως “χαμηλών σε..” για κάθε κατηγορία θρεπτικών συστατικών ορίζεται μια ανώτερη τιμή σε περιεκτικότητα, μέχρι την οποία το προϊόν μπορεί να θεωρηθεί “χαμηλό σε…”.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, όπως προκύπτει από τους ορισμούς αυτούς, ένα τρόφιμο μπορεί να είναι μειωμένης περιεκτικότητας σε ένα θρεπτικό συστατικό, αλλά δεν είναι απαραίτητα και “χαμηλό” σε αυτό. Ένα τέτοιο ενδιαφέρον παράδειγμα αφορά τα λιπαρά. Για παράδειγμα, ένα τυρί με 14% λίπος μπορεί να είναι “μειωμένο σε λίπος” (light), εφόσον το αντίστοιχο συμβατικό τυρί μπορεί να έχει από 20% και άνω λίπος (δηλ. τουλάχιστον 30% μικρότερη περιεκτικότητα), αλλά δεν είναι και χαμηλό σε λίπος (διότι έχει περισσότερο από 3% λίπος).
Πηγή: ΕΥΖΗΝ