Παρόλο που η κολπική μαρμαρυγή συσχετίζεται με συνήθη νοσήματα όπως η αρτηριακή υπέρταση, οι καρδιοπάθειες και η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, σε αρκετές περιπτώσεις εμφανίζεται και σε υγιή άτομα, χωρίς πολλές φορές να υπάρχει συγκεκριμένη αιτία.
Για αυτό είναι σημαντικό η διάγνωση της αρρυθμίας να γίνεται έγκαιρα, καθώς χωρίς την κατάλληλη αγωγή συνοδεύεται από αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιοπάθειας. Η διάγνωση της κολπικής μαρμαρυγής μπορεί να γίνει είτε με ένα απλό ηλεκτροκαρδιογράφημα, όπου σε ένα ειδικό χαρτί καταγράφονται τα ηλεκτρικά ερεθίσματα που παράγει η καρδιά, είτε με τη βοήθεια του Holter ηλεκτροκαρδιογραφήματος.
Ένα μεγάλο ποσοστό των ατόμων με κολπική μαρμαρυγή δεν εμφανίζει συμπτώματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως η κολπική μαρμαρυγή μπορεί να συνοδεύεται από συμπτώματα όπως ταχυπαλμία, αδυναμία, ζάλη, εύκολη κόπωση, δύσπνοια, ή συνδυασμό αυτών. Μερικά άτομα ανέχονται την αρρυθμία αυτή ευκολότερα σε σχέση με άλλα, με αποτέλεσμα η συμπτωματολογία να ποικίλλει.
Είναι όλες οι κολπικές μαρμαρυγές ίδιες;
Υπάρχουν διάφορες κατηγορίες κολπικών μαρμαρυγών. Η πιο κοινή είναι η παροξυσμική κολπική μαρμαρυγή, η οποία ξεκινά απότομα και σταματά (αυτοανατάσσεται) χωρίς ιατρική παρέμβαση. Μπορεί να διαρκέσει ελάχιστα δευτερόλεπτα μέχρι και αρκετές ώρες. Μία άλλη κατηγορία αφορά την εμμένουσα κολπική μαρμαρυγή, η οποία δεν αυτοανατάσσεται, διαρκεί πολλές ώρες ή ημέρες και απαιτεί ιατρική παρέμβαση προκειμένου να αναταχθεί. Η μόνιμη κολπική μαρμαρυγή είναι η τρίτη μορφή της πάθησης, όπου η φαρμακευτική παρέμβαση είναι τις περισσότερες φορές αναποτελεσματική και η επεμβατική μέθοδος (καυτηριασμός πνευμονικών φλεβών) είναι η μοναδική πιθανή θεραπευτική μέθοδος.