του Ξενοφώντα Τσούκαλη, M.D., medlabnews.gr
Ο Ρευματικός Πυρετός (ΡΠ) είναι ένα νόσημα που εμφανίζεται μετά από λοίμωξη που οφείλεται σε στρεπτόκοκκο. Προκαλείται από φλεγμονή που οφείλεται στο β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α, Η νόσος μπορεί να προκαλέσει μόνιμη βλάβη στην καρδιά και παρουσιάζεται με παροδική αρθρίτιδα, καρδίτιδα ή με κινητικές διαταραχές που ονομάζονται χορεία, μαζί με δερματικά εξανθήματα ή δερματικά οζίδια.
Ο Ρευματικός Πυρετός (ΡΠ) είναι ένα νόσημα που εμφανίζεται μετά από λοίμωξη που οφείλεται σε στρεπτόκοκκο. Προκαλείται από φλεγμονή που οφείλεται στο β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α, Η νόσος μπορεί να προκαλέσει μόνιμη βλάβη στην καρδιά και παρουσιάζεται με παροδική αρθρίτιδα, καρδίτιδα ή με κινητικές διαταραχές που ονομάζονται χορεία, μαζί με δερματικά εξανθήματα ή δερματικά οζίδια.
Προσβάλλονται συνήθως παιδιά ηλικίας 5-15 ετών, ενώ σπάνια εκδηλώνεται σε παιδιά ηλικίας μικρότερης των δύο χρόνων.
Η προσβολή των ενήλικων είναι σπάνια.
Η νόσος προσβάλλει κατά κύριο λόγο την καρδιά αλλά και αλλά όργανα όπως οι αρθρώσεις, οι τένοντες, οι περιτονίες, οι μύες, ο υποδόριος ιστός, οι αρτηρίες, οι ορογόνοι υμένες, οι πνεύμονες και ο εγκέφαλος.
Ο ρυθμός ανάπτυξης του ρευματικού πυρετού σε άτομα με λοίμωξη από στρεπτόκοκκο χωρίς θεραπεία υπολογίζεται ότι είναι 3%. Η συχνότητα της υποτροπής, με επακόλουθη θεραπεία λοιμώξεων είναι πολύ μεγαλύτερη (περίπου 50%). Ο ρυθμός ανάπτυξης είναι πολύ χαμηλότερος σε άτομα που έχουν λάβει θεραπεία με αντιβιοτικά.
Ποια είναι τα αίτια της νόσου;
Η νόσος είναι η συνέπεια μιας μη φυσιολογικής απάντησης του ανοσιακού συστήματος σε λοίμωξη του φάρυγγα από στρεπτόκοκκο σε γενετικά προδιατεθειμένα άτομα. Στα άτομα αυτά η ανοσιακή απάντηση στρέφεται όχι μόνο κατά του στρεπτόκοκκου αλλά και κατά ορισμένων συστατικών (ιστών) του ίδιου του οργανισμού του παιδιού. Πράγματι, στις περισσότερες περιπτώσεις ΡΠ προηγείται μια λοίμωξη του αναπνευστικού με μεσολάβηση μιας ασυμπτωματικής περιόδου που μπορεί να ποικίλλει.
Αυτή η μοναδική του σχέση με μία προηγούμενη λοίμωξη αποτελεί τη βάση της θεραπείας και της πρόληψης. Η στρεπτοκοκκική λοίμωξη του φάρυγγα (αμυγδαλίτιδα, φαρυγγίτιδα) είναι συνηθισμένη στο γενικό πληθυσμό, αλλά μόνο μία μικρή μειονότητα ασθενών θα αναπτύξει ΡΠ. Ο κίνδυνος αυξάνεται σε ασθενείς με προηγούμενη προσβολή, κυρίως κατά τα 3 πρώτα χρόνια από την έναρξη της νόσου.
Γενετικοί παράγοντες. Ο ΡΠ φαίνεται ότι έχει γενετική προδιάθεση, δεδομένου ότι :
• Παρατηρείται συχνότερα στα μέλη της οικογένειας των πασχόντων από ρευματικό πυρετό
• Απαντάται συχνότερα σε μονοζυγώτες, παρά σε διζυγώτες, διδύμους
• Είναι πιθανώς συχνότερος σε ορισμένες φυλετικές και εθνικές ομάδες
• Συνδέεται με ένα αλλοαντιγόνο των Β-λεμφοκυττάρων, μη σχετιζόμενο με MHC, σε διάφορους γενετικά ιδιαίτερους και ποικίλης εθνικότητας πληθυσμούς.
Μεταδίδεται;
Ο ίδιος ο ΡΠ δεν είναι μεταδοτικός. Αυτό που είναι μεταδοτικό είναι η στρεπτοκοκκική φαρυγγίτιδα. Οι στρεπτόκοκκοι μεταδίδονται από ένα άτομο στο άλλο και για αυτό το λόγο σχετίζεται με την πολυκοσμία στο σπίτι, στο σχολείο, στα μέσα μεταφοράς, στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις, κ.λ.π. Οι παθογόνοι μικρο-οργανισμοί μεταδίδονται μέσω των στοματικών ή αναπνευστικών εκκρίσεων και παραμένουν πολλές εβδομάδες μετά την συμπτωματική ύφεση της λοίμωξης, αποτελώντας πηγή μετάδοσής της στο περιβάλλον.
Ποια είναι τα κύρια συμπτώματα;
Ο ΡΠ εμφανίζεται συνήθως με ένα συνδυασμό χαρακτηριστικών εκδηλώσεων, που μπορεί να είναι μοναδικός σε κάθε ασθενή. Ακολουθεί τη στρεπτοκοκκική φαρυγγίτιδα ή αμυγδαλίτιδα που δεν θεραπεύθηκε ή που δεν θεραπεύθηκε σωστά.
Η φαρυγγίτιδα ή η αμυγδαλίτιδα μπορεί να αναγνωρισθεί από τον πυρετό, τον πονόλαιμο, τον πονοκέφαλο, την κόκκινη υπερώα και την αμυγδαλίτιδα με πυώδεις εκκρίσεις, με διογκωμένους και επώδυνους τους υπογνάθιους λεμφαδένες. Ωστόσο, αυτά τα συμπτώματα μπορεί να είναι πολύ ήπια ή να λείπουν τελείως σε παιδιά σχολικής ηλικίας και εφήβους.
Ο ρευματικός πυρετός μπορεί να εκδηλωθεί με τα παρακάτω συμπτώματα:
• Δύσπνοια
• Θωρακικό πόνο
• Αρθρίτιδα
• Πόνο στις αρθρώσεις
• Πρήξιμο στις αρθρώσεις
• Πυρετό
• Αίσθημα κόπωσης και καταβολής
• Σπάνια δερματικό εξάνθημα κυρίως με τη μορφή διαλείποντος δακτυλιοειδούς ερυθήματος κορμού και σπανιότερα άκρων.
• Πολυαρθριτις: Προσβάλλονται οι μεγάλες αρθρώσεις των ακρών. Η αρθρίτις είναι μεταναστευτική δηλαδή μόλις η φλεγμονή υποχωρεί από την μια άρθρωση προσβάλλεται η άλλη.
• Καρδίτις: α) προσβολή του περικαρδίου και εμφάνιση περικαρδίτιδας που εκδηλώνεται με οπισθοστερνικό πόνο πυρετό και ταχυκαρδία. β) Προσβολή του μυοκαρδίου η οποία εάν είναι σοβαρή μπορεί να προκαλέσει καρδιακή ανεπάρκεια. γ)Προσβολή του ενδοκαρδίου η οποία είναι η σοβαρότερη επιπλοκή λόγω προσβολής των βαλβίδων. Στην οξεία φάση μπορεί να προκληθεί ανεπάρκεια των βαλβίδων ιδιαίτερα της μιτροειδούς. Σε απώτερο χρόνο η φλεγμονή προκαλεί στένωση των βαλβίδων.
Ο ρευματικός πυρετός μπορεί να οδηγήσει σε κάποιες επικίνδυνες επιπλοκές όπως η περικαρδίτιδα, η ενδοκαρδίτιδα, η μυοκαρδίτιδα ή η καρδιακή ανεπάρκεια.
Πως γίνεται η διάγνωση του ρευματικού πυρετού
• Από το ιστορικό και την κλινική εικόνα
• Ηλεκτροκαρδιογράφημα: Καταγράφεται πολλές φορές επιμήκυνση του διαστήματος PR.
• Υπερηχοκαρδιογράφημα: Διαπιστώνεται η προσβολή της καρδιάς.
• Από τις εργαστηριακές εξετάσεις: Αύξηση του τίτλου της αντιστρεπτολυσίνης (ASTO), αύξηση της ταχύτητας καθίζησης των ερυθρών (ΤΚΕ) και αύξηση της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP).
Ποια η θεραπεία του ρευματικού πυρετού
Ο ρευματικός πυρετός αντιμετωπίζεται με τη χορήγηση φαρμακευτικών σκευασμάτων. Συνήθως χορηγείται αντιβιοτική αγωγή (πενικιλίνη), ασπιρίνη και κορτιζόνη. Η ερυθρομυκίνη αποτελεί εναλλακτική λύση στους ασθενείς που είναι αλλεργικοί στην πενικιλλίνη.
• Καταπολέμηση του στρεπτόκοκκου με την χορήγηση πενικιλίνης η άλλων αντιβιοτικών.
• Καταστολή της ανοσολογικής αντίδρασης με την χορήγηση ασπιρίνης σε μεγάλες δόσεις (6-8 γραμμάρια την ημέρα) ή κορτιζόνης.
• Πρόληψη υπότροπων: Ο ρευματικός πυρετός μπορεί να υποτροπιάσει γι΄αυτό χρειάζεται μακροχρόνια θεραπεία με πενικιλίνη
Η θεραπεία περιλαμβάνει επίσης κατάκλιση μέχρι την πλήρη υποχώρηση σημείων ενεργού ρευματικού πυρετού.
Πρόληψη υποτροπής
Οι ασθενείς που είναι γνωστό ότι έχουν καρδίτιδα και πρόκειται να υποστούν οδοντιατρική ή χειρουργική επέμβαση (ειδ. αυτές που περιλαμβάνουν όργανα της ουροφόρου οδού, του ορθού ή του κόλου) θα πρέπει να καλυφθούν πρόσθετα με αντιβιοτικά την ημέρα της επέμβασης και αρκετές ημέρες μετά. Για την παρεμπόδιση επανεμφάνισης του ρευματικού πυρετού σε έναν ασθενή που έχει νοσήσει, απαιτείται λήψη πενικιλλίνης, ερυθρομυκίνης ή σουλφοναμιδών επί τουλάχιστον 5 έτη από την αρχική λοίμωξη (10 έτη για ασθενείς με συμμετοχή των καρδιακών βαλβίδων).
Η σημασία της διατήρησης μιας δίαιτας πτωχής σε αλάτι και της προσήλωσης στη θεραπεία με διουρητικά, διγοξίνη ή φάρμακα μείωσης του μεταφορτίου τονίζεται στους ασθενείς με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια.
Πρόληψη του ρευματικού πυρετού
Η πρόληψη του ρευματικού πυρετού έγκειται στην πρόληψη των στρεπτοκοκκικών λοιμώξεων με τη λήψη αντιβιοτικών. Η νόσος απαντάται συχνά σε αναπτυσσόμενες χώρες, επειδή εκεί δεν είναι διαθέσιμα τα αντιβιοτικά.
Συγκεκριμένα πρέπει να τηρούνται τα μέτρα προφύλαξης από αναπνευστικές λοιμώξεις:
• Αποφύγετε τον συγχρωτισμό
• Πλένετε συχνά και με επιμέλεια τα χέρια
• Αερίζετε τακτικά τους χώρους
• Φροντίζετε το ανοσοποιητικό σας με καλή διατροφή, αποφυγή του καπνίσματος, κατάχρηση αλκοόλ και καθιστική ζωή.
ΜΕΤΑΣΤΡΕΠΤΟΚΟΚΚΙΚΗ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ
Σε εφήβους και ενήλικες, ως περιπτώσεις στρεπτόκοκκου που σχετίζονται με αρθρίτιδα περιγράφονται αυτές που δεν πληρούν τα κριτήρια του ρευματικού πυρετού. Η αρθρίτιδα αναπτύσσεται στην πρώιμη φάση της νόσου και μπορεί να προσβάλλει τις αρθρώσεις των χεριών, απαντά ανεπαρκώς στη θεραπεία με αντιφλεγμονώδη και συνήθως διαρκεί για μήνες. Εξ’αιτίας αυτών των χαρακτηριστικών, μοιάζει με άλλες μορφές αρθρίτιδας. Η διάγνωση βασίζεται στα κλινικά ευρήματα σε συνδυασμό με ένδειξη πρόσφατης στρεπτοκοκκικής λοίμωξης.
Έχει παρατηρηθεί ότι μερικοί από τους ασθενείς αυτούς αναπτύσσουν αργότερα καρδίτιδα. Οι περισσότεροι γιατροί συμφωνούν ότι η μεταστρεπτοκοκκική αρθρίτιδα είναι μία παραλλαγή του ρευματικού πυρετού. Για αυτό το λόγο, συνιστάται η πρόληψη με αντιβιοτικά καθώς και η αξιολόγηση της καρδιάς για την έγκαιρη εντόπιση καρδίτιδας.
Πηγή: medlabgr.blogspot.com