Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (ΣΕΕ) είναι μια λειτουργική γαστρεντερική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από δυσφορία ή πόνο στην κοιλιά σε συνδυασμό με διαταραχή στις κενώσεις (διάρροια ή δυσκοιλιότητα ή εναλλαγές αυτών). Σε πολλές περιπτώσεις, τα συμπτώματα είναι έντονα και επηρεάζουν αρνητικά τόσο την ποιότητα ζωής όσο και την παραγωγικότητα στην εργασία.
Ο μηχανισμός πρόκλησης είναι μόνο μερικώς κατανοητός. Παράγοντες που συντελούν εκτιμάται ότι είναι η ανώμαλη κινητικότητα του εντέρου, η διαταραχή της επικοινωνίας μεταξύ εγκεφάλου και εντέρου, η αλλοιωμένη εντερική μικροχλωρίδα καθώς και ψυχοκοινωνικά αίτια.
Η τροφή είναι ένα σημαντικό και επαναλαμβανόμενο ζήτημα που απασχολεί τους ασθενείς με ΣΕΕ. Η πλειοψηφία τους αναγνωρίζει ότι υπάρχουν συγκεκριμένες τροφές που πυροδοτούν τα συμπτώματά τους, ενώ κάποιοι οδηγούνται σε υποθερμιδικές και μειωμένης θρεπτικής αξίας δίαιτες βάζοντας σε κίνδυνο την υγεία τους.
Βασιζόμενοι πάνω στην καθαρά υποκειμενική σχέση μεταξύ πρόσληψης τροφής και επιδείνωσης των συμπτωμάτων των ασθενών με ΣΕΕ, έχουν δοκιμαστεί με τα χρόνια πολλές διαφορετικές διαιτητικές προσεγγίσεις με σκοπό τη μείωση των συμπτωμάτων του γαστρεντερικού συστήματος, ωστόσο υπάρχουν λίγες καταγεγραμμένες ελεγχόμενες μελέτες. Κατά καιρούς έχουν δοκιμαστεί, μεταξύ άλλων, η αύξηση της πρόσληψης φυτικών ινών, οι δίαιτες αποκλεισμού (όπως ο αποκλεισμός της γλουτένης) και ημείωση της πρόσληψης λιπαρών τροφών, με αντικρουόμενα ωστόσο αποτελέσματα.
Η δίαιτα που παραδοσιακά προτείνεται είναι η αποφυγή των μεγάλων γευμάτων, η μείωση της πρόσληψης λίπους, η αποφυγή της εκσεσημασμένης πρόσληψης φυτικών ινών, η μείωση της καφεΐνης και η αποφυγή των τροφών που προκαλούν αέρια (π.χ. φασόλια, λάχανο, κρεμμύδια).
Τελευταία υποστηρίζεται ότι η πρόσληψη FODMAPs (Fermentable Oligo,Di,Monosacharides and Polyols) μπορεί να πυροδοτήσει τα συμπτώματα του γαστρεντερικού σε ασθενείς με ΣΕΕ. Τα FODMAPs είναι υδατάνθρακες που απορροφώνται ελάχιστα στο λεπτό έντερο και περνούν στο παχύ έντερο (όπου αυξάνουν τόσο την ποσότητα νερού στον εντερικό αυλό όσο και την παραγωγή αερίων) με αποτέλεσμα τη διάτασή του και την πυροδότηση των συμπτωμάτων.
Έτσι, βάσει κλινικών δοκιμών, υποστηρίζεται ότι μια δίαιτα φτωχή σε FODMAPs ωφελεί τους ασθενείς με ΣΕΕ, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν αποδείξεις της υπεροχής της έναντι της παραδοσιακά προτεινόμενης δίαιτας για το ΣΕΕ.
Οι Bohn et al. συνέκριναν την επίδραση στα συμπτώματα του ΣΕΕ μιας δίαιτας φτωχής σε FODMAPs σε σχέση με την παραδοσιακά προτεινόμενη δίαιτα. Πρόκειται για μια πολυκεντρική, παράλληλη, τυχαιοποιημένη, μονή-τυφλή, συγκριτική μελέτη με 75 ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια (ROME III) για το ΣΕΕ και ήταν εγγεγραμμένοι ως εξωτερικοί ασθενείς σε γαστρεντερολογικές κλινικές στη Σουηδία. Χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες που ακολούθησαν ειδικές δίαιτες για 4 εβδομάδες [μια δίαιτα φτωχή σε FODMAPs (38 άτομα) και μια δίαιτα συχνά προτεινόμενη στους ασθενείς με ΣΕΕ (37άτομα)]. Επίσης, οι ασθενείς συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με τις διατροφικές τους συνήθειες καθώς και τις συνήθειες των κενώσεών τους. Η σοβαρότητα των συμπτωμάτων αξιολογήθηκε βάσει της κλίμακας σοβαρότητας των συμπτωμάτων του ΣΕΕ (IBS-SSS). Το αποτέλεσμα της μελέτης ήταν ότι τα συμπτώματα του ΣΕΕ βελτιώθηκαν εξίσου και στις δυο ομάδες βάσει της IBS-SSS.
Συμπερασματικά, φαίνεται ότι μια δίαιτα φτωχή σε FODMAPs δεν υπερέχει έναντι της δίαιτας που παραδοσιακά προτείνεται στους ασθενείς με ΣΕΕ. Ωστόσο, στο μέλλον είναι απαραίτητο να γίνουν περαιτέρω μελέτες με σκοπό την εύρεση ενός βελτιωμένου διαιτολογίου για τους ασθενείς με ΣΕΕ, ακόμα και με συνδυασμό στοιχείων από ήδη υπάρχουσες στρατηγικές.
Πηγή: Ελληνικό Ίδρυμα Γαστρεντερολογίας & Διατροφής (ΕΛΙΓΑΣΤ)