του Αλέξανδρου Γιατζίδη, M.D., medlabnews.gr
ανανεώθηκε στις 2/9/2016
Τα τελευταία χρόνια, η βιοψία του λεμφαδένα φρουρού αποτελεί μια από τις σημαντικότερες εξελίξεις στη Χειρουργική Ογκολογία, δεδομένου ότι βοηθάει το χειρουργό στον καθορισμό του χειρουργικού πλάνου και ελαττώνει τη νοσηρότητα μιας εκτεταμένης επέμβασης.
Το λεμφικό σύστημα είναι το κύριο αμυντικό σύστημα του σώματος ενάντια στη λοίμωξη. Το λεμφικό σύστημα αποτελείται από όλα τα λεμφαγγεία και τους λεμφαδένες του σώματος. Τα λεμφαγγεία συλλέγουν ένα υγρό (τη λέμφο), που αποτελείται από πρωτεΐνες, νερό, λιπίδια και απόβλητες ουσίες από τα κύτταρα του σώματος, και το μεταφέρουν στους λεμφαδένες. Οι λεμφαδένες είναι σταθμοί στη ροή της λέμφου, όπου φιλτράρεται από τα άχρηστα προϊόντα και τα ξένα υλικά, και μετά επιστρέφει στην κυκλοφορία του αίματος. Υπάρχουν περίπου 600 λεμφαδένες στο σώμα. Από αυτούς περίπου οι 200 είναι στο κεφάλι και το λαιμό, οι 30-50 είναι στη μασχάλη και οι υπόλοιποι βρίσκονται στις βουβωνικές περιοχές ή σε άλλα σημεία του σώματος. Τα καρκινικά κύτταρα μπορούν να ξεφύγουν από τον πρωταρχικό όγκο και μέσω του λεμφικού συστήματος της περιοχής να μεταναστεύσουν σε απόμακρα μέρη του σώματος και να δημιουργήσουν τις καλούμενες μεταστάσεις.
Ο φρουρός λεμφαδένας είναι ο πρώτος λεμφαδένας που «φιλτράρει» τη λέμφο, που έρχεται από τον αρχικό όγκο. Εάν τα κύτταρα του καρκίνου κατορθώσουν να μπουν στο λεμφικό σύστημα, τότε ο πρώτος λεμφαδένας (όχι αναγκαστικά ο πιο κοντινός προς στον όγκο) θα έχει και τη μεγαλύτερη πιθανότητα να περιέχει τα αποσπασθέντα καρκινικά κύτταρα. Ο φρουρός λεμφαδένας ή ο πρώτος λεμφαδένας-φίλτρο, τυχαίνει να είναι διαφορετικός για κάθε όγκο και για κάθε άτομο. Η θεωρία του λεμφαδένα φρουρού βασίζεται στην παραδοχή ότι ο πρώτος λεμφαδένας που δέχεται τη λεμφαγγειακή παροχέτευση ενός όγκου αποτελεί και τον πρώτο σταθμό λεμφογενούς διασποράς της νόσου, ότι δεν συμβαίνουν «ασυνεχείς» λεμφαδενικές μεταστάσεις (skip metastases) και ότι η απουσία μεταστατικής νόσου στο λεμφαδένα φρουρό συνεπάγεται και την απουσία μεταστάσεων σε όλο το λεμφικό δίκτυο της περιοχής. Σε κάποιες μορφές καρκίνου η μετανάστευση (μετάσταση) των καρκινικών κυττάρων γίνεται αρχικά προς τους επιχώριους (γειτονικούς) λεμφαδένες κι εν συνεχεία προς τους πιο απομακρυσμένους σταθμούς λεμφαδένων. Αυτή η μεταστατική οδός ονομάζεται λεμφογενής. Η γενική ιδέα του “φρουρού λεμφαδένα” συνίσταται στο, ότι η πιο πρώιμη μετάσταση λεμφογενώς γίνεται προς τον πιο κοντινό λεμφαδένα κι επομένως εάν η βιοψία του συγκεκριμένου λεμφαδένα αποβεί αρνητική, υπάρχει βάσιμη αποδοχή, πως ο καρκίνος δεν έχει διασπαρεί προς άλλα μέρη του σώματος.
Έτσι, η έννοια του λεμφαδένα φρουρού στηρίζεται σε δύο βασικές αρχές:
(α) την ύπαρξη ενός συγκεκριμένου και προκαθορισμένου τρόπου λεμφικής παροχέτευσης στους επιχώριους λεμφαδένες και
(β) τη λειτουργία του πρώτου λεμφαδένα ως αποτελεσματικού φίλτρου για τα νεοπλασματικά κύτταρα
Η υπόθεση του λεμφαδένα φρουρού περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1977 στο καρκίνωμα του πέους και αργότερα μελετήθηκε σε ασθενείς με μελάνωμα. (Στον καρκίνο του μαστού, η διεγχειρητική βιοψία του λεμφαδένα φρουρού (ταχεία βιοψία) εφαρμόζεται ευρέως ανά τον κόσμο και τελευταία, μεγάλα κέντρα έχουν καταργήσει τον λεμφαδενικό καθαρισμό όταν ο λεμφαδένας φρουρός είναι αρνητικός για μεταστατική νόσο.
Πως ανιχνεύεται ο λεμφαδένας φρουρός;
Η τεχνική της χαρτογράφησης του φρουρού λεμφαδένα που χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια και συνεχώς βελτιώνεται αποτελεί ένα σημαντικό βοήθημα για τους γιατρούς στην ακριβέστερη σταδιοποίηση του καρκίνου και στον προγραμματισμό της έκτασης της εγχείρισης στην οποία θα υποβληθεί ο ασθενής.
Η τεχνική της χαρτογράφησης του φρουρού λεμφαδένα γίνεται με δύο μεθόδους: την μπλε χρωστική, την ραδιενεργό μέθοδο. Σήμερα χρησιμοποιείται ο μικτός συνδυασμός και των δύο μεθόδων για την μείωση των ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων. Η επιτυχία της μικτής μεθόδου προσεγγίζει το 96-98%. Με τον τρόπο αυτό ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών διατηρεί τους λεμφαδένες του γεγονός που έχει μεγάλη σημασία για αποφυγή επιπλοκών (όπως είναι το λεμφοίδημα, η μετεγχειρητική δυσκινησία του άκρου, οι λοιμώξεις, ο μετεγχειρητικός πόνος) προσφέροντας και πρόγνωση, αλλά και ποιότητα ζωής και ειδικά στις γυναίκες με πρώιμο καρκίνο μαστού χωρίς ψηλαφητούς λεμφαδένες
Πριν από το χειρουργείο γίνεται ένεση ραδιοφαρμάκου (η ποσότητα ραδιενέργειας είναι αμελητέα και δε χρειάζεται καμία προφύλαξη) με πολύ λεπτή βελόνα ινσουλίνης στην περιοχή του μαστού. Το ραδιοφάρμακο αυτό προχωρά και προσλαμβάνεται από τους πρώτους 2-3 λεμφαδένες του πρώτου επιπέδου των λεμφαδένων. Κατά την επέμβαση γίνεται ανίχνευση αυτών των λεμφαδένων (κατά κανόνα 1-3 λεμφαδένες φρουροί) με ειδικό μετρητή Geiger, o οποίος ανιχνεύει ραδιενεργό ακτινοβολία. Εκτέμνονται αυτοί οι λεμφαδένες μόνο (1-3) και αποστέλλονται για βιοψία. Εάν δεν υπάρχει διήθηση από τον καρκίνο τότε δεν αφαιρούνται άλλοι λεμφαδένες. Εάν υπάρχει διασπορά του καρκίνου αφαιρούνται συνολικά 10 λεμφαδένες και σε σπάνιες περιπτώσεις περισσότεροι (πχ λεμφαδενικός καθαρισμός μασχάλης, επίπεδα Ι και ΙΙ ή Ι, ΙΙ και ΙΙΙ). Στον καρκίνο του μαστού, το 70% των γυναικών δεν έχει λόγο να κάνει λεμφαδενικό καθαρισμό μασχάλης διότι ο καρκίνος δεν έχει πάει στους λεμφαδένες και ο φρουρός είναι αρνητικός. Το ραδιενεργό υλικό αποβάλλεται πλήρως από τον οργανισμό εντός 24-48 ωρών.
Οφέλη
Στα πλεονεκτήματα της βιοψίας του λεμφαδένα φρουρού συγκαταλέγονται:
• Ο μικρός χρόνος διάρκειας του χειρουργείου στο οποίο υποβάλλεται η ασθενής
• Η λιγότερη νοσηρότητα εξαιτίας του μειωμένου χρόνου της επέμβασης αλλά και της έκτασής της.
• Οι πολύ λιγότερες άμεσες επιπλοκές, όπως η μετεγχειρητική λεμφόρροια, αλλά και οι απώτερες επιπλοκές, όπως πόνος και λεμφοίδημα, σε σχέση πάντα με την εφαρμογή του κλασικού λεμφαδενικού καθαρισμού, στον οποίο ήταν υποχρεωτικό έως σήμερα να υποβάλλονται όλες οι ασθενείς με καρκίνο μαστού
Μειονέκτημα αποτελεί το γεγονός ότι για τον εντοπισμό και τη βιοψία του λεμφαδένα φρουρού θα πρέπει να υπάρχει οργανωμένο τμήμα Πυρηνικής Ιατρικής με ειδικό εξοπλισμό (Navigator probe, προμήθεια ράδιο -σεσημασμένου τεχνητίου). Τόσο το τμήμα της Πυρηνικής Ιατρικής όσο βεβαίως και ο απαραίτητος για την εξέταση εξοπλισμός δεν υπάρχει σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας μας.
Η Ταχεία Βιοψία (διεγχειρητική εξέταση ιστών –frozen section) θεωρείται μια από τις πιο σημαντικές και δύσκολες διαδικασίες, την οποία εκτελεί ο Παθολογοανατόμος και ο οποίος καλείται να αποφασίσει ορθά εντός μικρού χρονικού διαστήματος. Αυτό απαιτεί καλή γνώση της ιατρικής και της παθολογικής ανατομικής, σωστή κρίση καθώς και μια συντηρητική στάση λόγω των περιορισμών της μεθόδου.
Οι κύριοι λόγοι εφαρμογής της ταχείας βιοψίας είναι:
• ο έλεγχος της καθαρότητας των ορίων χειρουργικής εκτομής,
• ο καθορισμός της φύσης μιας παθολογικής επεξεργασίας,
• ο έλεγχος για συνύπαρξη κακοήθους νεοπλάσματος με άλλες αλλοιώσεις που πιθανόν τροποποιούν τον τύπο της επέμβασης, η ταυτοποίηση τύπου ιστών και
• ο έλεγχος για μεταστάσεις σε λεμφαδένες.
Η διαγνωστική ακρίβεια όσο αφορά την ειδικότητα (specificity) της ταχείας βιοψίας κυμαίνεται από 94%έως 98%.
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΤΑΧΕΙΑΣ ΒΙΟΨΙΑΣ
Οι κυριότεροι λόγοι εφαρμογής της Τ.Β. είναι:
• Έλεγχος της καθαρότητας των ορίων χειρουργικής εκτομής.
• Καθορισμός της φύσης μιας παθολογικής επεξεργασίας. Στις περιπτώσεις αυτές ο γιατρός καλείται να αποφασίσει, άν ο εξεταζόμενος ιστός είναι φυσιολογικός, φλεγμονώδης ή νεοπλασματικός (καλοήθης ή κακοήθης).
• Έλεγχος για συνύπαρξη κακοήθους νεοπλάσματος με άλλες αλλοιώσεις που πιθανόν τροποποιούν τον τύπο της επέμβασης, π.χ ελκώδης κολίτις και νεόπλασμα.
• Ταυτοποίηση τύπου ιστών, π.χ. αναγνώριση παραθυρεοειδικών σωματίων.
• Έλεγχος για μεταστάσεις σε λεμφαδένες. Στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει γνωστή κακοήθεια και η Τ.Β. γίνεται για χειρουργική σταδιοποίηση ή για να επιβεβαιωθεί το ανεγχείρητο της νόσου.
• Εκτίμηση φρουρού λεμφαδένα (αν ο φρουρός καταλαμβάνεται από όγκο, τότε ακολουθείται ευρύτερος λεμφαδενικός καθαρισμός).
• Ψηλαφητή αλλοίωση μαστού με ύποπτο ή ανεπαρκές αποτέλεσμα σε βιοψία δια λεπτής βελόνης (FNA).
Σε αυτή την περίπτωση εάν το αποτέλεσμα της Τ.Β. είναι διηθητικό καρκίνωμα ο χειρουργός προχωρεί σε λεμφαδενικό καθαρισμό προς αποφυγή επέμβασης σε δύο χρόνους.
Διαγνωστική ακρίβεια της μεθόδου
Η Τ.Β. θεωρείται μια αξιόπιστη μέθοδος διάγνωσης, η διαγνωστική ακρίβεια της οποίας κυμαίνεται από 94%-98%. Από διάφορες μελέτες προκύπτει ότι η μέθοδος της ΤΒ. συγκρινόμενη με άλλες διαγνωστικές μεθόδους όπως κυτταρολογική εξέταση, βιοψία δια λεπτής βελόνης (FNA) εμφανίζει διάφορους περιορισμούς, οι οποίοι αφορούν συγκεκριμένα όργανα π.χ. μήτρα, ωοθήκες, μαστό .θυρεοειδή αδένα, σιελογόνους αδένες, ή διάφορους τύπους ιστών
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ταχεία βιοψία απαγορεύεται αυστηρώς σε περιπτώσεις μελαγχρωστικών αλλοιώσεων λόγω εξαντλήσεως του ιστού στον οποίο πιθανότατα να αντιπροσωπεύονται οι παράμετροι προγνωστικής αξίας του μελανώματος(πχ βάθος ανάπτυξης κατά Breslow). To ίδιο ισχύει και σε υλικό λεμφαδένα φρουρού σε ασθενείς με μελάνωμα. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις όπου ο Παθολογοανατόμος δεν μπορεί να αποφασίσει για την διάγνωση της Τ.Β. και για τον λόγο αυτό πρέπει να επισημαίνει στο χειρουργό ότι, αν και ο ιστός είναι αντιπροσωπευτικός, για την οριστική διάγνωση είναι απαραίτητη η αναμονή των τομών παραφίνης.
Πηγή: medlabgr.blogspot.com