ΓΙΑΝΝΕΝΑ. Την τακτική της ΠΟΕΔΗΝ φαίνεται πως αποφάσισε να ακολουθήσει η Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων Ηπείρου και, με ανακοίνωσή της, γνωστοποιεί τις ελλείψεις και τα προβλήματα του ιατρικού προσωπικού στα νοσοκομεία της Ηπείρου και Λευκάδας.
Σύμφωνα με το συλλογικό όργανο των γιατρών των δημόσιων νοσοκομείων, οι συνθήκες εργασίας σε νοσοκομεία της Ηπείρου είναι απαράδεκτες, παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες, ενώ οι ελλειμματικοί προϋπολογισμοί, οδηγούν σε παραπέρα προσέλευση ασθενών στα νοσοκομεία και ιδιαίτερα στα δύο τριτοβάθμια νοσοκομεία της Ηπείρου.
«Τα κενά στη στελέχωση από ειδικευόμενους γιατρούς αποτελούν καμπανάκι για την ομαλή λειτουργία των νοσοκομείων, την επιτέλεση του εκπαιδευτικού και επιστημονικού ρόλου όλων των γιατρών και την αντικειμενική επιδείνωση που η διαδικασία αυτή θα έχει για τις ανάγκες των ασθενών μας», αναφέρει ΕΙΝΗ, που καταγγέλλει τις διοικήσεις κάποιων νοσοκομείων, κυρίως της περιφέρειας, ότι «συνεχίζουν να αξιοποιούν γνωστές από παλιότερα μεθόδους, χρησιμοποιώντας την υπερεργασία, τον εξαναγκασμό και τη μη εφαρμογή των εργασιακών δικαιωμάτων».
Μείζονα προβλήματα, λόγω ελλείψεων σε ειδικευμένους και ειδικευόμενους γιατρούς, εντοπίζονται σε πολλές κλινικές του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου, όπως η καρδιοχειρουργική, η ογκολογική, η αιματολογική, η ουρολογική και η αναισθησιολογική, ενώ, σύμφωνα με την ΕΙΝΗ, γίνονται μετακινήσεις γιατρών από Κέντρα Υγείας, προκειμένου να λειτουργήσει το ΤΕΠ του νοσοκομείου.
Οι μόνιμες νέες θέσεις εργασίας είναι ελάχιστες, ενώ υπηρετούν 35 επικουρικοί γιατροί και παράλληλα η ΕΙΝΗ εκτιμά ότι ο ελλειμματικός προϋπολογισμός θα οδηγήσει άμεσα σε προβλήματα λειτουργίας.
Ελλείψεις σε ειδικευόμενους, οριακή λειτουργία της καρδιολογικής και της πνευμονολογικής κλινικής, καθώς και του παθολογοανατομικού, αδυναμία προϋπολογισμού για υποστήριξη και πρόσληψη επικουρικών, ακύρωση ορθοπεδικών χειρουργείων λόγω αδυναμίας προϋπολογισμού για υλικά και έλλειψη σύγχρονου τεχνολογικού εξοπλισμού σε διάφορα τμήματα, εντοπίζει η ΈΙΝΗ στο δεύτερο νοσοκομείο της πόλης, το Νοσοκομείο «Χατζηκώστα».
Αντίστοιχα είναι τα προβλήματα και στα υπόλοιπα νοσοκομεία της Ηπείρου, που αντιμετωπίζουν επιπλέον ζητήματα με τις αποφάσεις των διοικήσεων, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ένωσης. Για παράδειγμα, στο νοσοκομείο Άρτας στερούν ακόμη και το αναφαίρετο δικαίωμα της χρήσης της άδειας ανατροφής τέκνων και αντί συνεχόμενου 9μήνου την χορηγούν τμηματικά, μετατρέπουν τις εφημερίες κατά το δοκούν και δεν εφαρμόζουν προγράμματα που υποβάλουν οι διευθυντές των κλινικών. Η ΕΙΝΗ καταγγέλλει «υπερεργασία σε πολλά τμήματα και “εξαναγκασμό” με εντέλλεσθαι σε πέραν του νόμου εφημερίες, με το πρόσχημα των ελάχιστων προσλήψεων γιατρών».
Όπως καταγγέλλουν οι γιατροί, τα ραντεβού για μαστογραφίες προγραμματίζονται μέχρι τον Δεκέμβριο και αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι πολίτες να αναγκάζονται να πηγαίνουν σε ιδιώτες ή να μετακινούνται στα νοσοκομεία των Ιωαννίνων.
Ελλείψεις και μετακινήσεις γιατρών για την κάλυψη των αναγκών υπάρχουν και στα νοσοκομεία Πρέβεζας, Φιλιατών και Λευκάδας, σύμφωνα με την ΕΙΝΗ. Ιδιαίτερα για το νοσοκομείο Φιλιατών σημειώνεται ότι τμήματα υπολειτουργούν, δε λειτουργεί ο μαστογράφος, καθυστερεί η λειτουργία του ΤΕΠ και παράλληλα, το πρόγραμμα εφημεριών δεν ανταποκρίνεται στη βαρύτητα των τμημάτων, ενώ έγινε «απαράδεκτη και επιλεκτική συμπεριφορά» στο τελευταίο διοικητικό συμβούλιο, σχετικά με δήθεν μη τήρηση του ωραρίου εφημέρευσης».
Η απάντηση του νοσοκομείου Φιλιατών ήταν άμεση και, όπως επισημαίνει ο διοικητής Σπύρος Δερδεμέζης, σε σύνολο 40 γιατρών που προβλέπονται στο οργανισμό του Νοσοκομείου, υπηρετούν 34, καθώς και έξι επικουρικοί, ενώ η θέση του οφθαλμιάτρου καλύφθηκε από τις 18 Ιουλίου.
Ο μαστογράφος του νοσοκομείου βρίσκεται στο στάδιο της αδειοδότησης από την ΕΑΕΕ και αναμένεται να λειτουργήσει άμεσα, όπως και το ΤΕΠ, που έχει αρχίσει να παραλαμβάνει τον εξοπλισμό.
«Αν ζητούσατε τα προγράμματα εφημέρευσης, θα διαπιστώνατε ότι οι αδικίες του παρελθόντος, με επιλεκτικές εφημερεύσεις ιατρών, έχουν διορθωθεί», τονίζει η διοίκηση και σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι η τήρηση του ωραρίου προβλέπεται στον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα και είναι αυτονόητη υποχρέωση όλων.