Σχεδόν μισός είναι ο κίνδυνος να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2 για τις γυναίκες που θήλασαν το μωρό τους για ένα εξάμηνο ή περισσότερο, σε σχέση με όσες δεν θήλασαν, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την δρα Έρικα Γκούντερσον του ερευνητικού και ιατρικού κέντρου Kaiser Permanente της Καλιφόρνια, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «JAMA Internal Medicine» και την οποία αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ανέλυσαν στοιχεία για 1.238 γυναίκες ηλικίας 18 έως 30 ετών, που παρακολουθήθηκαν για διάστημα έως 30 ετών και οι οποίες κατά περιόδους υποβάλλονταν σε εξετάσεις για διάγνωση διαβήτη.
Διαπιστώθηκε ότι όσο μεγαλύτερος ήταν ο χρόνος που μια γυναίκα είχε θηλάσει το μωρό της (ή τα μωρά της) τόσο μικρότερος ήταν ο κίνδυνος εκδήλωσης διαβήτη αργότερα στη ζωή της. Η αιτία γι’ αυτήν τη συσχέτιση είναι ακόμη ασαφής, αλλά πιθανώς έχει να κάνει με προστατευτικές ορμονικές αλλαγές που επιφέρει ο θηλασμός στα παγκρεατικά κύτταρα της μητέρας, τα οποία ελέγχουν την παραγωγή ινσουλίνης και συνεπώς το επίπεδο του σακχάρου στο αίμα.
Οι γυναίκες που είχαν θηλάσει επί έξι μήνες και πάνω (συνολικά σε όλες τις γέννες τους), είχαν κατά μέσο όρο 47% μικρότερη πιθανότητα για διαβήτη, σε σχέση με όσες δεν είχαν θηλάσει καθόλου στο παρελθόν. Όσες είχαν θηλάσει λιγότερο από έξι μήνες, είχαν 25% μικρότερο κίνδυνο διαβήτη.
Η νέα μελέτη έρχεται να προστεθεί σε προηγούμενα ευρήματα, που δείχνουν ότι ο θηλασμός ωφελεί τόσο τη μητέρα όσο και το παιδί, μεταξύ άλλων μειώνοντας τον κίνδυνο για καρκίνους του μαστού και των ωοθηκών στις γυναίκες.