Οι προσδοκίες από την υλοποίηση του ψηφιακού οργανογράμματος στο Δημόσιο συνεχίζουν να ψαλιδίζονται. Απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του τομεάρχη Δημόσιας Διοίκησης της Ν.Δ., βουλευτή Κιλκίς Γιώργου Γεωργαντά, στις 11 Ιανουαρίου, η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Ολγα Γεροβασίλη παραδέχθηκε ότι μόνο 9 από 1.730 φορείς είχαν υποβάλει στο υπουργείο στοιχεία για τη δομή τους. Υπενθυμίζεται ότι το υπουργείο είχε θέσει ως στόχο να λειτουργεί η κινητικότητα σε όλο το Δημόσιο από την 1η Ιουλίου 2017 (άρθρο 18 του νόμου 4440/2016).
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου, ο αριθμός των εγγεγραμμένων φορέων έχει πλέον αυξηθεί στους 16. Ωστόσο, παραδέχονται οι ίδιες πηγές, τα ονόματα των στελεχών του κάθε φορέα και ο αριθμός των κενών θέσεων σε κάθε μονάδα δεν θα είναι ανοιχτά διαθέσιμα (τα στοιχεία αυτά θα είναι προσβάσιμα μόνο από αρμόδια στελέχη της δημόσιας διοίκησης).
Εργαλείο της διοίκησης
«Το ψηφιακό οργανόγραμμα πρέπει να είναι καθολικό και υποχρεωτικό, καλύπτοντας δομές και στελέχωση, ώστε να αποτελεί εργαλείο της διοίκησης για την καλύτερη αξιοποίηση του προσωπικού, αλλά και για δημοσιογράφους και φορολογούμενους πολίτες που θέλουν να ελέγξουν πώς λειτουργεί το Δημόσιο», σημειώνει στην «Κ» ο κ. Γεωργαντάς. «Δυστυχώς, αυτά που κάνει η κυβέρνηση είναι για τα μάτια του κόσμου, δεν αποτελούν πραγματική διαρθρωτική μεταρρύθμιση».
Μάλιστα, η κ. Γεροβασίλη στην απάντησή της δήλωσε ότι «αυτά τα οργανογράμματα δεν ήρθαν για να αποτυπώσουν την κατάσταση στην οποία βρίσκεται μια οργανική μονάδα, αλλά μέσω της διαδικασίας αυτής έχουμε και μεγάλες αλλαγές σ’ αυτές τις μονάδες» – αλλαγές στις οποίες απέδωσε τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση του ψηφιακού οργανογράμματος. «Είναι προφανές ότι όποιος σχεδιάζει αλλαγές προς το καλύτερο, θέλει με κάθε ευκαιρία να αναδεικνύει το έργο του, συγκρίνοντας τη βελτιωμένη εικόνα με τη εικόνα της κατάστασης πριν από τις αλλαγές», σημειώνει στην «Κ» πηγή που παρακολουθεί στενά τη διαδικασία εφαρμογής του ψηφιακού οργανογράμματος. «Προφανώς, λοιπόν, η κυβέρνηση δεν επιθυμεί αυτές οι αλλαγές, που γίνονται χωρίς να αποτυπώνονται ψηφιακά, να γίνουν αντιληπτές».
Επιπλέον, οι απαιτήσεις του υπουργείου είναι προαιρετικές – αφορούν μόνο τους φορείς που επιθυμούν να συμμετάσχουν στην κινητικότητα, όχι το σύνολο του Δημοσίου. Η ίδια η κ. Γεροβασίλη, μιλώντας στη Βουλή στη συζήτηση για το ν. 4440 (Νοέμβριος του 2016), είχε παραδεχθεί ότι «υπάρχουν πάρα πολλοί υπάλληλοι που κανείς δεν μπορεί να δει πού βρίσκονται πραγματικά και πού υπηρετούν», είχε πει χαρακτηριστικά. Το οργανόγραμμα, όμως, όπως θεσμοθετήθηκε και όπως εφαρμόζεται, δεν επιτυγχάνει την πλήρη αποτύπωση της δημόσιας διοίκησης με ενημέρωση σε πραγματικό χρόνο, αλλά τον πολύ πιο στενό στόχο της στήριξης της κινητικότητας. Αρα, το φαινόμενο των αόρατων αλλά μισθοδοτούμενων υπαλλήλων δεν αντιμετωπίζεται.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με στοιχεία του συστήματος «Εργάνη», οι φορείς του Δημοσίου (στενού και ευρύτερου) αυξήθηκαν από 227 το 2015 σε 374 το 2017 (αύξηση 65%), ενώ τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου είναι πλέον 1.211 από 1.068 προ διετίας (αύξηση 13,5%). Η διόγκωση αυτή των φορέων συνέβαλε σε αύξηση του αριθμού των εργαζομένων στο Δημόσιο: από 686.824 τον Δεκέμβριο του 2015 σε 712.716 τον Οκτώβριο του 2017, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Ο κ. Γεωργαντάς είχε καταθέσει γραπτή ερώτηση (13 Δεκεμβρίου) για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, ρωτώντας μεταξύ άλλων πόσοι έλαβαν βαθμό κάτω του 60, που θεωρείται ανεπαρκής και απαιτεί διορθωτικές δράσεις και παρακολούθηση εκ μέρους του προϊσταμένου. Στην απάντηση που έλαβε το συγκεκριμένο ερώτημα δεν απαντήθηκε, οδηγώντας τον να το επαναφέρει ως επίκαιρη ερώτηση (16.1). «Η πληροφόρησή μου είναι ότι κανείς δεν πήρε κάτω από 60», λέει στην «Κ».
Οι προσδοκίες από την υλοποίηση του ψηφιακού οργανογράμματος στο Δημόσιο συνεχίζουν να ψαλιδίζονται. Απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του τομεάρχη Δημόσιας Διοίκησης της Ν.Δ., βουλευτή Κιλκίς Γιώργου Γεωργαντά, στις 11 Ιανουαρίου, η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Ολγα Γεροβασίλη παραδέχθηκε ότι μόνο 9 από 1.730 φορείς είχαν υποβάλει στο υπουργείο στοιχεία για τη δομή τους. Υπενθυμίζεται ότι το υπουργείο είχε θέσει ως στόχο να λειτουργεί η κινητικότητα σε όλο το Δημόσιο από την 1η Ιουλίου 2017 (άρθρο 18 του νόμου 4440/2016).
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου, ο αριθμός των εγγεγραμμένων φορέων έχει πλέον αυξηθεί στους 16. Ωστόσο, παραδέχονται οι ίδιες πηγές, τα ονόματα των στελεχών του κάθε φορέα και ο αριθμός των κενών θέσεων σε κάθε μονάδα δεν θα είναι ανοιχτά διαθέσιμα (τα στοιχεία αυτά θα είναι προσβάσιμα μόνο από αρμόδια στελέχη της δημόσιας διοίκησης).
Εργαλείο της διοίκησης
«Το ψηφιακό οργανόγραμμα πρέπει να είναι καθολικό και υποχρεωτικό, καλύπτοντας δομές και στελέχωση, ώστε να αποτελεί εργαλείο της διοίκησης για την καλύτερη αξιοποίηση του προσωπικού, αλλά και για δημοσιογράφους και φορολογούμενους πολίτες που θέλουν να ελέγξουν πώς λειτουργεί το Δημόσιο», σημειώνει στην «Κ» ο κ. Γεωργαντάς. «Δυστυχώς, αυτά που κάνει η κυβέρνηση είναι για τα μάτια του κόσμου, δεν αποτελούν πραγματική διαρθρωτική μεταρρύθμιση».
Μάλιστα, η κ. Γεροβασίλη στην απάντησή της δήλωσε ότι «αυτά τα οργανογράμματα δεν ήρθαν για να αποτυπώσουν την κατάσταση στην οποία βρίσκεται μια οργανική μονάδα, αλλά μέσω της διαδικασίας αυτής έχουμε και μεγάλες αλλαγές σ’ αυτές τις μονάδες» – αλλαγές στις οποίες απέδωσε τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση του ψηφιακού οργανογράμματος. «Είναι προφανές ότι όποιος σχεδιάζει αλλαγές προς το καλύτερο, θέλει με κάθε ευκαιρία να αναδεικνύει το έργο του, συγκρίνοντας τη βελτιωμένη εικόνα με τη εικόνα της κατάστασης πριν από τις αλλαγές», σημειώνει στην «Κ» πηγή που παρακολουθεί στενά τη διαδικασία εφαρμογής του ψηφιακού οργανογράμματος. «Προφανώς, λοιπόν, η κυβέρνηση δεν επιθυμεί αυτές οι αλλαγές, που γίνονται χωρίς να αποτυπώνονται ψηφιακά, να γίνουν αντιληπτές».
Επιπλέον, οι απαιτήσεις του υπουργείου είναι προαιρετικές – αφορούν μόνο τους φορείς που επιθυμούν να συμμετάσχουν στην κινητικότητα, όχι το σύνολο του Δημοσίου. Η ίδια η κ. Γεροβασίλη, μιλώντας στη Βουλή στη συζήτηση για το ν. 4440 (Νοέμβριος του 2016), είχε παραδεχθεί ότι «υπάρχουν πάρα πολλοί υπάλληλοι που κανείς δεν μπορεί να δει πού βρίσκονται πραγματικά και πού υπηρετούν», είχε πει χαρακτηριστικά. Το οργανόγραμμα, όμως, όπως θεσμοθετήθηκε και όπως εφαρμόζεται, δεν επιτυγχάνει την πλήρη αποτύπωση της δημόσιας διοίκησης με ενημέρωση σε πραγματικό χρόνο, αλλά τον πολύ πιο στενό στόχο της στήριξης της κινητικότητας. Αρα, το φαινόμενο των αόρατων αλλά μισθοδοτούμενων υπαλλήλων δεν αντιμετωπίζεται.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με στοιχεία του συστήματος «Εργάνη», οι φορείς του Δημοσίου (στενού και ευρύτερου) αυξήθηκαν από 227 το 2015 σε 374 το 2017 (αύξηση 65%), ενώ τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου είναι πλέον 1.211 από 1.068 προ διετίας (αύξηση 13,5%). Η διόγκωση αυτή των φορέων συνέβαλε σε αύξηση του αριθμού των εργαζομένων στο Δημόσιο: από 686.824 τον Δεκέμβριο του 2015 σε 712.716 τον Οκτώβριο του 2017, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Ο κ. Γεωργαντάς είχε καταθέσει γραπτή ερώτηση (13 Δεκεμβρίου) για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, ρωτώντας μεταξύ άλλων πόσοι έλαβαν βαθμό κάτω του 60, που θεωρείται ανεπαρκής και απαιτεί διορθωτικές δράσεις και παρακολούθηση εκ μέρους του προϊσταμένου. Στην απάντηση που έλαβε το συγκεκριμένο ερώτημα δεν απαντήθηκε, οδηγώντας τον να το επαναφέρει ως επίκαιρη ερώτηση (16.1). «Η πληροφόρησή μου είναι ότι κανείς δεν πήρε κάτω από 60», λέει στην «Κ».