Ο φόρος που προτείνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις ψηφιακές υπηρεσίες έχει σκοπό να υποχρεώσει επιχειρήσεις όπως η Google και η Uber να πληρώσουν περισσότερα. Η ιδέα είναι ότι τέτοιες επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται τους κανόνες εις βάρος άλλων φορολογούμενων. Το πρόβλημα είναι πραγματικό και πρέπει να αντιμετωπιστεί -αλλά η υπό συζήτηση λύση πάει κόντρα τόσο στην καθιερωμένη διεθνή πρακτική όσο και στην κοινή λογική.
Οι επίσημες συνομιλίες για το σχέδιο πρόκειται να ξεκινήσουν αυτήν την εβδομάδα. Η επιτροπή προτείνει την επιβολή φόρου 3% επί του κύκλου εργασιών μεγάλων ψηφιακών επιχειρήσεων – εκείνων με ψηφιακά έσοδα άνω των 50 εκατομμυρίων ευρώ στην ΕΕ και συνολικά παγκόσμια έσοδα άνω των 750 εκατομμυρίων ευρώ. Περίπου οι μισές επιχειρήσεις που θα επηρεαστούν θα είναι αμερικανικές, εκτιμά η ΕΕ. Η Κομισιόν λέει ότι δεν έχει πολλές επιλογές. Η αξία που παράγουν οι ψηφιακές επιχειρήσεις δεν απαιτεί φυσική παρουσία, καθιστώντας πιο δύσκολη τη φορολόγησή τους. Οι ψηφιακές επιχειρήσεις κανονίζουν τις υποθέσεις τους για να εκμεταλλευτούν το εξής: τοποθετούν εισοδήματα σε χώρες χαμηλής φορολογίας και σύμφωνα με τους αξιωματούχους καταλήγουν να πληρώνουν πραγματικό φόρο που αντιστοιχεί σε περίπου 10% των κερδών, λιγότερο δηλαδή από το ήμισυ της επιβάρυνσης που έχουν οι παραδοσιακές δραστηριότητες. Οι αξιωματούχοι αναγνωρίζουν ότι η σωστή λύση είναι μια ριζική αναδιάρθρωση του φορολογικού κώδικα, ειδικά αφού επηρεάζει διεθνείς επιχειρήσεις που παρέχουν ψηφιακές υπηρεσίες -και πως αυτό δεν πρέπει να γίνει μονομερώς αλλά σε συνεργασία με άλλες χώρες, ειδικά με τις ΗΠΑ. Οι προσπάθειες βρίσκονται στην πραγματικότητα σε εξέλιξη αλλά η πρόοδος είναι αργή και οι αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν επιλέξει να κάνουν κάτι, ο,τιδήποτε, το συντομότερο δυνατό.
Η απραξία θα ήταν καλύτερη από αυτό. Για αρχή, το σχέδιο δεν θα αυξήσει σημαντικά τα έσοδα -το πενιχρό ποσό των 5 δισεκατομμυρίων ευρώ κάθε χρόνο. Και αυτός ο υποτιθέμενα δικαιότερος φόρος θα δημιουργούσε πολλές νέες ανωμαλίες. Για παράδειγμα, εταιρείες όπως η Uber που δεν κερδίζουν χρήματα θα έχουν ένα νέο κόστος να απορροφήσουν. Οι πολύ κερδοφόρες επιχειρήσεις με ισχύ στην αγορά, όπως το Facebook, θα μπορέσουν να μετακυλήσουν το φόρο στους καταναλωτές τους. Τα μικρά startups θα απαλλαγούν από το νέο φόρο – εκτός εάν εξαγοραστούν από μεγαλύτερες εταιρείες. Αυτό θα αποθαρρύνει τις ενοποιήσεις. Και η πρόταση, ως έχει, μπορεί να φορολογήσει περισσότερες δραστηριότητες από τον αρχικό σχεδιασμό: ορισμένες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, για παράδειγμα, φαίνεται να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της.
Με το ζήλο της να φορολογήσει τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας, η Κομισιόν παρεκκλίνει από πολλές από τις δικές της δηλωμένες αρχές. Το σχέδιό της θα απαιτήσει πιθανώς πρόσβαση στα δεδομένα μεμονωμένων μη ανώνυμων χρηστών. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τους αυστηρούς νέους κανόνες της ΕΕ για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, που θα τεθούν σε ισχύ τον επόμενο μήνα.
Οι προσπάθειες για το σχεδιασμό μιας πολυεθνικής λύσης πρέπει να ενισχυθούν και να μην παραμεριστούν. Ο στόχος θα πρέπει να είναι ένα δίκαιο, πολυμερές πλαίσιο το οποίο θα αναγνωρίζει την πολυπλοκότητα της νέας ψηφιακής οικονομίας, ενώ παράλληλα θα σέβεται το δικαίωμα των εθνών να καθορίζουν τη δική τους φορολογική πολιτική. Πρόκειται για μια διεθνή πρόκληση που απαιτεί μια διεθνή λύση.
Leave a Comment