H Καθημερινή δεν είναι το «γερό» και «υγιές» μαγαζί που οι αναγνώστες νομίζουν. Πετάνε τους ανθρώπους στο δρόμο σιγά σιγά και αθόρυβα ή αλλους τους υποβιβάζουν, στέλνοντας τους σε ένα «αργό θάνατο». Στις πρώτες απολύσεις υπήρχε αναστάτωση και στεναχώρια μεταξύ των εργαζομένων. Με τον καιρό όμως συνήθιζες, όπως συνηθίζεις τον θάνατο σε έναν πόλεμο: Ειναι σαν να βγάζουν τα «πτώματα» έξω με μαύρες σακούλες και κανείς δε δίνει σημασία. Ο θανατός σου, η ζωή μου. Μάλιστα μερικές φορές, κάναμε πλάκα μεταξύ μας, λέγοντας να μην σηκώνουμε κάθε 1η του μήνα τα τηλέφωνα γιατί μπορεί να «είναι από το λογιστήριο.
Σελάνα Βροντή
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της απολυμένης δημοσιογράφου>
“Η απόλυση μου
Πολύς κόσμος δεν το γνωρίζει, αλλά από 1η Απριλίου έπαψα να εργάζομαι στην συντακτική ομάδα του περιοδικού «Κ» της Καθημερινής. Ακούγεται σαν πρωταπριλιάτικο αστείο, αλλά είναι αλήθεια. Αφησα καιρός να περάσει πριν γράψω οτιδήποτε για το γεγονός, γιατί δεν θέλω να νομίζουν ότι γράφω από πικρία και θυμό. Αν και είναι απόλυτα φυσιολογικό ένας απολυμένος να νιώθει τέτοια συναισθήματα, ειδικά αν δεν ξέρει και τους πραγματικούς λόγους που απολύθηκε.
Αποφάσισα λοιπόν να αντιμετωπίσω την απόλυση μου ρεπορταζιακά, όπως ακριβώς κάνω με οτιδήποτε με απασχολεί προσωπικά και το οποίο όμως έχει κοινωνικές προεκτάσεις.
Στις 30 Μαρτίου 2018 εγώ και ένας άλλος συνάδελφός μου από το Οικονομικό απολυθήκαμε «στο πλαίσιο των περικοπών». Δεν είμαστε ούτε οι πρώτοι ούτε οι τελευταίοι. Αυτό που δεν γνωρίζουν πολλοί είναι ότι από τότε που ξεκίνησε η οικονομική κρίση, μειώνεται το προσωπικό της εφημερίδας, σταδιακά και με σύστημα. Τον τελευταίο χρόνο, σύμφωνα με υπάλληλο της ΕΤΑΠ ΜΜΕ, απολύθηκαν μόνο από τις «Καθημερινές Εκδόσεις» περίπου 50 άτομα. Επίσης, τα τελευταία δύο χρόνια η εφημερίδα δεν εκπροσωπείται στην ΕΣΗΕΑ, οπότε ακόμη και το συνδικαλιστικό μας όργανο έχει άγνοια του μεγέθους των απολύσεων.
Η Καθημερινή δεν είναι το «γερό» και «υγιές» μαγαζί που οι αναγνώστες νομίζουν. Πετάνε τους ανθρώπους στο δρόμο σιγά σιγά και αθόρυβα ή αλλους τους υποβιβάζουν, στέλνοντας τους σε ένα «αργό θάνατο». Στις πρώτες απολύσεις υπήρχε αναστάτωση και στεναχώρια μεταξύ των εργαζομένων. Με τον καιρό όμως συνήθιζες, όπως συνηθίζεις τον θάνατο σε έναν πόλεμο: Είναι σαν να βγάζουν τα «πτώματα» έξω με μαύρες σακούλες και κανείς δε δίνει σημασία. Ο θανατός σου, η ζωή μου. Μάλιστα μερικές φορές, κάναμε πλάκα μεταξύ μας, λέγοντας να μην σηκώνουμε κάθε 1η του μήνα τα τηλέφωνα γιατί μπορεί να «είναι από το λογιστήριο».
Οσο όμως και να προετοιμαζόμουν ψυχολογικά όλα αυτα τα χρόνια για το «τηλεφώνημα», όταν με πήρε ο προϊστάμενος του λογιστηρίου να «περάσω από το γραφείο του», αισθάνθηκα ότι με καλούν να πάω στη λαιμητόμο. Χωρίς υπερβολή. Είναι φρικτό το συναίσθημα.
Πρόσφατα κιόλας έμαθα ότι έδιωξαν τον υπεύθυνο του τμήματος ΙΤ. Με τι κριτήριο απολύουν τον κόσμο δεν ξέρουμε ακριβώς. Είναι λίγο «α μπε μπα μπλομ» η κατάσταση. Είναι επειδή δεν είσαι παραγωγικός; Είναι επειδή έχεις υψηλό μισθό; Είναι επειδή δεν έχεις «ισχυρούς δεσμούς»; Είναι επειδή δεν έβγαλες το Κολλέγιο Αθηνών; Είναι επειδή δεν κάνεις καλά τη δουλειά σου; Είναι επειδή οι απόψεις σου δεν συνταιριάζουν με την «γραμμή» της εφημερίδας; Είναι επειδή δεν γλείφεις αρκετά τους αρχισυντάκτες ή δεν πισομαχαιρώνεις τους συναδέλφους σου; Είναι επειδή πιστεύεις στον φεμινισμό;
Η δική μου απόλυση έχει για μένα συμβολική αξία. Να σας εξηγήσω τι εννοώ:
1. Ενιωσα ότι με διώχνει η οικογένεια μου, γιατί έτσι έβλεπα την Καθημερινή. Μέσα στους κόλπους της γαλουχήθηκα και έμαθα δημοσιογραφία. Αλλά με την απόλυση συνειδητοποίησα οτι η εφημερίδα έχει πάψει προ καιρού να είναι «οικογένεια», ειδικά από τότε που έφυγε από την Σωκράτους κι από τότε που παρείσφρυσαν στον χώρο της διάφοροι άσχετοι. Μα κυρίως από τότε που πέθανε ο Καρκαγιάννης και ο πατέρας Αλαφούζος. Τότε η Καθημερινή έγινε μια στυγνή επιχείρηση.
2. Τυχαίνει να ανήκω σε μια κοινωνικά ευάλωτη ομάδα. Είμαι μονογονιός, με δύο ανήλικα παιδιά, που το ένα αντιμετωπίζει ένα σοβαρό θέμα υγείας, που σημαίνει ότι δεν πρέπει να μείνει χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Η διεύθυνση το γνώριζε αυτό.
Οι εφημερίδες γεννήθηκαν από την ανάγκη να δίνουν φωνή στον αδύναμο, να υπερασπίζονται τα δικαιώματα των μειονοτήτων, να βοηθάνε αυτόν που έχει ανάγκη. Η δημοσιογραφία, ασχέτως αν πολλοί το έχουν ξεχάσει, είναι πρώτα από όλα λειτούργημα. Με την απόλυση μου κατάλαβα οτι η Καθημερινή υπάρχει πια μόνο για να υποστηρίζει τους ισχυρούς. Και έτσι ξεχνάει ακόμη και την «εταιρική της ευθύνη» καθώς και το ρόλο της στην κοινωνία.
Κάποτε στην εφημερίδα συνυπήρχαν αρμόνικα αριστεροί, κεντρώοι, δεξιοί και ανθρωποι χωρίς έντονες κομματικές πεποιθήσεις, σαν και του λόγου μου. Σεβομασταν ο ένας τον άλλον, και συζητούσαμε δημιουργικά. Αλλά μάλλον τα έβλεπα όλα πολύ ρομαντικά…
Δυστυχώς τώρα μέσα στους κόλπους της Καθημερινής, αλλά και σε αλλες μεγάλες εφημερίδες, επικρατεί φόβος. Οταν ένας δημοσιογραφος φοβάται, δεν κάνει καλά τη δουλεια του. Τελεία και παύλα.
Γράφω αυτό το πόστ, για να κλείσει μέσα μου ένας «κύκλος» και να ξεκινήσει ένας καινούργιος. Σύντομα θα γράψω ένα ολοκληρωμένο ρεπορτάζ για την «Κρίση στον ελληνικό Τύπο» και πως περισσότερο από ποτέ έχουμε ανάγκη για ανεξάρτητη δημοσιογραφία (θα σας ενημερώσω που και πότε θα δημοσιευτεί το άρθρο μου).
Η ανεξάρτητη δημοσιογραφία είναι ο μόνος τρόπος για να πάμε μπροστά σα χώρα.”