Άλλοι ρόλοι της βιταμίνης D στον οργανισμό είναι η ρύθμιση της κυτταρικής ανάπτυξης, η λειτουργία του ανοσοποιητικού και του νευρομυικού συστήματος και η μείωση της φλεγμονής. Επιπλέον, η έλλειψη βιταμίνη D προκαλεί στον οργανισμό συμπτώματα που είναι λίγο πολύ όμοια με αυτά του προεμμηνορροϊκού συνδρόμου, που σημαίνει ότι μπορεί το παιδί να γκρινιάζει περισσότερο και να είναι συχνά κουρασμένο και να παραπονιέται για πόνους σε διάφορα σημεία στο σώμα του, κυρίως στις αρθρώσεις και τα μεγάλα κόκαλα, π.χ. μηρούς.
Εκτός όμως από τη σημασία της βιταμίνης D στη δημιουργία και διατήρηση υγιών οστών, οι επιστήμονες σε όλο τον κόσμο διερευνούν τις πολυάριθμες άλλες πιθανές λειτουργίες της, επισημαίνουν οι ειδικοί. Για την ακρίβεια μέχρι σήμερα έχει διερευνηθεί η πιθανή σχέση της με 137 καταστάσεις υγείας ή ασθένειας! Έτσι, πολλές μελέτες σε ενήλικες έχουν βρει ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D σχετίζονται με υψηλότερα επίπεδα διαφόρων μορφών καρκίνου (κυρίως του παχέος εντέρου), καρδιαγγειακών νοσημάτων (όπως η καρδιακή ανεπάρκεια και το εγκεφαλικό), υπέρτασης, παχυσαρκίας, ακόμη και αυτοάνοσων νοσημάτων (όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας και ο διαβήτης τύπου Ι) και ασθένειες από τον ιό της γρίπης. Και μπορεί τα συμπεράσματα να μην είναι ακόμη οριστικά, ωστόσο είμαστε βέβαιοι ότι η επαρκής πρόσληψη της βιταμίνης D είναι πολύ σημαντική για την υγιή ανάπτυξη των παιδιών και των εφήβων.