επιμέλεια Κλεοπάτρα Ζουμπουρλή, μοριακή βιολόγος, medlabnews.gr
Η σύγχρονη επιστημονική γνώση τεκμηριώνει το γεγονός ότι για τη διαδικασία απώλειας βάρους, αποφασίζει ο εγκέφαλος. Από την περιφέρεια του σώματός μας, φτάνουν μηνύματα, σε συγκεκριμένα κέντρα του εγκεφάλου: Στο κέντρο της ομοιοστασίας και στο κέντρο της ανταμοιβής.
Ορισμένες ιδιότητες της τροφής μπορεί να προσφέρουν ιδιαίτερη ικανοποίηση, κάτω από ορισμένες συνθήκες. Ιδιότητες, που έχει αποδειχθεί, ότι επηρεάζουν την ανταμοιβή και, επομένως, την επιθυμία για λήψη τροφής, και περιλαμβάνουν το υψηλό θερμιδικό περιεχόμενο, την ευχάριστη υφή, το υψηλό περιεχόμενο σε λίπος, το άμυλο, τα απλά σάκχαρα και το αλάτι.Δύσκολα κάποιος μπορεί να αντισταθεί στην κατανάλωση ενός πολύχρωμου, αφράτου γλυκού ή ενός τραγανού και αλμυρού σνακ.
Με την επαναλαμβανόμενη πρόσβαση σε εξαιρετικά νόστιμη ή λαχταριστή τροφή, τα ανασταλτικά σήματα κορεσμού μπορούν να παρακαμφθούν και, σε αυτήν την περίπτωση, τα άτομα μπορεί να καταναλώσουν ψυχαναγκαστικά, μεγάλες ποσότητες τροφής, ανεξάρτητα από το αν αυτή έχει πολλές θερμίδες ή τους προκαλεί απέχθεια. Τρώνε μεγάλη ποσότητα ασταμάτητα, ακόμη κι αν αυτή τους προκαλεί αποστροφή.
Διάφορες ορμόνες, όπως η ντοπαμίνη, η ινσουλίνη, η λεπτίνη και η γκρελίνη, έχουν συσχετιστεί με την τροποποίηση των επιδράσεων της τροφής, όσον αφορά στην ανταμοιβή.
Η ντοπαμίνη συνεισφέρει στην «επιθυμία» ή στη λαχτάρα για φαγητό (π.χ. σύνδεση ενός λαχταριστού γλυκού ή παγωτού με τη χαρά ή τον εορτασμό μιας επιτυχίας). Η γκρελίνη (ορμόνη της πείνας) αυξάνει την απελευθέρωση ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, ενώ η ινσουλίνη και η λεπτίνη έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα.
Η διαταραχή του κυκλώματος ανταμοιβής της ντοπαμίνης ενδέχεται να ευθύνεται, εν μέρει, για την απώλεια ελέγχου στη λήψη τροφής που παρατηρείται στην παχυσαρκία. Ενώ το άτομο έχει χορτάσει, ενώ έχει τις σωστές αποθήκες λίπους, «έρχεται» μια λιχουδιά που ξεπερνάει τις δυνάμεις του και καμιά αναστολή δεν τον αφήνει να την αρνηθεί. Στο κέντρο ανταμοιβής εκτελείται μια διαδικασία, με την οποία κάποιες διατροφικές συνήθειες γίνονται πιο «ισχυρές», πιο συχνές, πιο «αναγκαίες», όταν, δηλαδή, τρώμε συγκεκριμένα «ευχάριστα» φαγητά, που μας προσφέρουν μεγάλη ικανοποίηση, όπως τροφές που έχουν πολλές θερμίδες, λίπος, άμυλο, ζάχαρη και αλάτι. Όσο πιο τακτικά επαναλαμβάνονται αυτές οι συνήθειες, τόσο ο εγκέφαλος δυσκολεύεται να δώσει σήμα ότι χορτάσαμε.
Τα παχύσαρκα άτομα παρουσιάζουν, επίσης, μεγαλύτερη ενεργοποίηση των εγκεφαλικών περιοχών που επεξεργάζονται τη γευστικότητα, κατά την προσμονή του φαγητού. Πιθανώς η παχυσαρκία να είναι το αποτέλεσμα υπερευαίσθητων αποκρίσεων σε σήματα τροφής, με αποτέλεσμα οι παχύσαρκοι ασθενείς να παρουσιάζουν δυσκολία στη ρύθμιση της θερμιδικής πρόσληψής τους και, συχνά, να εναλλάσσουν λαχταριστές τροφές, όπως γλυκό και αλμυρό.
Για να αντιμετωπίσουν, λοιπόν, τη νόσο της παχυσαρκίας συστήνεται να απευθυνθούν στο γιατρό τους ο οποίος θα τους υποδείξει τον κατάλληλο τρόπο (δίαιτα, άσκηση, φαρμακευτική αγωγή) όχι μόνο για την απώλεια σωματικού βάρους, αλλά και για τη διατήρηση του σε φυσιολογικά επίπεδα στο μέλλον. Συνεπώς, το πρόβλημα είναι ότι, για πολλούς ανθρώπους, το φαγητό ξεπερνά τις δυνάμεις τους. Το σύστημα ανταμοιβής στον εγκέφαλο τους είναι διαταραγμένο και σε αυτό επικεντρώνεται η θεραπευτική στόχευση.
Στην Ελλάδα, διατίθεται πλέον, από τη Valeant/PharmaSwiss Hellas, το μοναδικό εγκεκριμένο καινοτόμο φαρμακευτικό σκεύασμα για την αντιμετώπιση της νόσου της παχυσαρκίας, με κλινική εμπειρία από 1,5 εκατ. ανθρώπους στις ΗΠΑ.
Το σκεύασμα αποτελεί, παγκοσμίως, μια από τις πιο σύγχρονες θεραπείες στο χρόνιο πρόβλημα της παχυσαρκίας, καθώς δρα θεραπευτικά, ακριβώς στο πρόβλημα που περιγράψαμε: «Επιθυμώ να μειώσω την πείνα αλλά κυρίως να μειώσω την επιθυμία για λιχουδιές και τροφές που είναι γεμάτες λίπος ή ζάχαρη, πολύ επιθυμητές, τροφές που με ξεπερνάνε».
Το σκεύασμα είναι συνδυασμός δυο δραστικών ουσιών, της ναλτρεξόνης και της βουπροπιόνης, οι οποίες δρουν συνεργικά στον εγκέφαλο. Πρόκειται για ένα χάπι, το οποίο, διατίθεται μόνο με ιατρική συνταγή, μιας και ο ιατρός είναι αυτός που θα διαγνώσει εάν το άτομο πάσχει από τη νόσο της παχυσαρκίας ή είναι υπέρβαρο με συννοσηρότητες που οφείλονται στο αυξημένο βάρος (π.χ. διαβήτης, υπερλιπιδαιμία), εάν έχει ένδειξη για έναρξη της αγωγής καθώς και να ελέγξει αν επιτυγχάνεται απώλεια βάρους.
Το νέο φάρμακο μπορεί να χορηγηθεί μακροχρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι ο ασθενής θα χάσει το 5% του αρχικού βάρους του, μέσα στις πρώτες 16 εβδομάδες θεραπείας. Ο ασθενής χρειάζεται ενθάρρυνση, ιατρική παρακολούθηση, πρόγραμμα διατροφής μειωμένων θερμίδων και άσκηση, διότι η φαρμακευτική θεραπεία δεν επιτυγχάνει το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα από μόνη της. Το σκεύασμα είναι εγκεκριμένο από τον FDA & τον ΕΜΑ, και όπως όλα τα φάρμακα παρουσιάζει διαχειρίσιμες από τον θεράποντα ιατρό ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως ξηροστομία, δυσκοιλιότητα, έμετο, ζάλη, ναυτία.
Σε σχέση με την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, συστήνεται στους υπέρβαρους και παχύσαρκους να απευθυνθούν στο γιατρό τους, ο οποίος θα τους υποδείξει τον κατάλληλο τρόπο (δίαιτα, άσκηση και φαρμακευτική αγωγή), όχι μόνο για την απώλεια σωματικού βάρους, αλλά και για τη διατήρησή του σε φυσιολογικά επίπεδα στο μέλλον, ενώ χρήσιμο είναι να αναφερθεί ότι το νέο φάρμακο οδηγεί σε, έως 4 φορές, μεγαλύτερη απώλεια βάρους από απλή δίαιτα και άθληση.