Η συνολική μηνιαία κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ελλάδα έφθασε στα €1.392 το 2016 μειωμένη κατά 29% σε σύγκριση με το 2010 (€1.952).
Τα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά διαμορφώθηκαν στα €287,8 τον μήνα το 2016 σε σχέση με τα €293,8 το 2015 (μείωση 2%), ενώ τα oινοπνευματώδη ποτά και ο καπνός παρουσίασαν μείωση 5 % (από €57,45 το 2015 στα €54,35 το 2016). Την μοναδική αύξηση μεταξύ των βασικών κατηγοριών αγαθών παρουσίασε η δαπάνη για στέγαση (+2%).
Τα παραπάνω αναφέρονται στη νέα έρευνα του ΙΟΒΕ που πραγματοποίησε για την Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών, σε συνεργασία με τον ΣΕΒΤ.
Η ποσοστιαία κατανομή της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών στις δώδεκα (12) βασικές κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών (κατά COICOP – HBS 2013, ταξινόμηση που χρησιμοποιείται στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Στατιστικού Συστήματος) για τα έτη 2016 και 2010 παρουσίασε μεταβολές. Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε στα Είδη Διατροφής (από 18% το 2010 στο 21% το 2016), στη Στέγαση (από 12% το 2010 στο 14% το 2016) και στην Υγεία ( από 6% το 2010 στο 7% το 2016). Αντίθετα τη μεγαλύτερη μείωση σημείωσαν τα Διαρκή αγαθά οικιακής χρήσης (από 7% το 2010 στο 4% το 2016), οι Μεταφορές (από 14% το 2010 στο 13% το 2016), τα Ξενοδοχεία και εστιατόρια (από 11% το 2010 στο 10% το 2016) και τα Διάφορα αγαθά και υπηρεσίες (από 10% το 2010 στο 9% το 2016).
Για τον λόγο αυτό υπάρχουν διαφορές από την αντίστοιχη έκθεση τροφίμων και ποτών 2016, καθώς στην αντίστοιχη ενότητα τα στοιχεία είχαν ληφθεί από τους Εθνικούς Λογαριασμούς της Eurostat. Οι Έρευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ), οι οποίες διεξάγονται σε ετήσια βάση από την ΕΛΣΤΑΤ, παρέχουν πληροφόρηση για τη σύνθεση των συνολικών δαπανών των νοικοκυριών, ανάλογα με διάφορα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά του κάθε νοικοκυριού.
Τα στοιχεία είναι σε τρέχουσες τιμές, επομένως η σύγκρισή τους με προηγούμενα έτη δεν είναι απολύτως ακριβής στα απόλυτα μεγέθη (όχι στα ποσοστά της κατανομής τους ανά έτος), καθώς δεν είναι αποπληθωρισμένα.
Η συνολική μηνιαία κατά κεφαλή κατανάλωση ειδών διατροφής και ποτών το 2016 υποχώρησε στα €304, ενώ το 2010 βρισκόταν στα €368, σημειώνοντας πτώση της τάξης του 17% σωρευτικά. Η κύρια δαπάνη των Ελλήνων καταναλωτών στη μηνιαία κατανάλωση τροφίμων και ποτών αφορά πρώτα το Κρέας (€64,9 το 2016), τα Γαλακτοκομικά (€49,5 το 2016) και στη συνέχεια το Αλεύρι, το Ψωμί και τα δημητριακά (€44,9). Αξίζει να σημειωθεί ότι την μοναδική ποσοστιαία άνοδο καταγράφουν οι δαπάνες για Καφέ, τσάι και κακάο (+7%) και για Κρασί (+4%) το 2016 σε σχέση με το 2015, ενώ σταθερές παραμένουν οι δαπάνες για τις μισές κατηγορίες, οι οποίες ωστόσο αποτελούν ένα μικρό ποσοστό στη συνολική κατανάλωση. Εξαίρεση αποτελούν οι δαπάνες για Μεταλλικά νερά, αναψυκτικά, χυμοί φρούτων και λαχανικών και οι δαπάνες για Αποστάγματα οι οποίες καταγράφουν μείωση της τάξης του 7% και13 %, αντίστοιχα το 2016 σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Μείωση καταγράφουν οι δαπάνες για Φρούτα, καθώς και οι δαπάνες για Ψάρια και Γαλακτοκομικά προϊόντα (από -4% εκατέρωθεν).
Η ποσοστιαία συμμετοχή των υποκατηγοριών των ειδών διατροφής παρουσίασε μικρή η μηδενική μεταβολή μεταξύ των ετών 2015 και 2016 στις περισσότερες υποκατηγορίες. Αύξηση σημείωσαν Αλεύρι, ψωμί, δημητριακά (από 13% το 2010 στο 15% το 2016) και Έλαια –λίπη (από 5% το 2010 στο 6% το 2016). Αντίθετα μείωση σημείωσαν το Κρέας και το Ψάρι αντιστοιχώντας στο 21% και 7% της μηνιαίας δαπάνης αντίστοιχα για το 2016.
Το μερίδιο της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών για τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά στην ΕΕ-27, είναι πολύ χαμηλότερο κατά μέσο όρο σε σχέση με αυτό της Ελλάδας και παρουσιάζει ομαλότερες διακυμάνσεις. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος της αναλογίας των τροφίμων στη συνολική κατανάλωση παρέμεινε σχετικά σταθερός, σε αντίθεση με τη συνεχή αύξηση των αντίστοιχων ποσοστών στην Ελλάδα και κυμαίνεται στο 14%. Η μεγαλύτερη αναλογία των ειδών διατροφής στην Ελλάδα σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη (μέσος όρος) αποτελεί μια ένδειξη της σχετικής μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος στη χώρα των τελευταίων ετών.